Οι επιστήμονες βρήκαν ότι όσες κατανάλωναν λιγότερο ιώδιο με τη διατροφή τους, ήταν πιθανότερο να γεννήσουν παιδιά με χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης και μικρότερες μαθησιακές ικανότητες. Όσο χαμηλότερη ήταν η ποσότητα ιωδίου στον οργανισμό της μητέρας, τόσο χαμηλότερες ήσαν και οι νοητικές επιδόσεις των παιδιών, όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Το ιώδιο θεωρείται ζωτικό για την παραγωγή ορμονών του θυρεοειδούς αδένα, οι οποίες έχουν άμεση επίπτωση στην ανάπτυξη του εγκεφάλου του εμβρύου. Η έρευνα διαπίστωσε ότι τα δύο τρίτα περίπου των εγκύων εμφάνιζαν έλλειψη ιωδίου, με συνέπεια να κινδυνεύουν να αποκτήσουν παιδιά μειωμένης νοημοσύνης.
Οι γυναίκες στην εγκυμοσύνη χρειάζονται περίπου 50% περισσότερο ιώδιο από ό,τι συνήθως λάμβαναν πριν μείνουν έγκυες. Οι κυριότερες πηγές ιωδίου είναι το γάλα, τα γαλακτοκομικά όπως το γιαούρτι, τα ψάρια κ.ά. Οι ειδικοί συστήνουν στις εγκύους δύο μερίδες ψάρι την εβδομάδα και τρεις μερίδες γαλακτοκομικών τη μέρα.
Οι ερευνητές τόνισαν την ανάγκη η διατροφή της εγκύου να εξασφαλίζει την πρόσληψη επαρκούς ποσότητας ιωδίου, ενώ προειδοποίησαν κατά της κατανάλωσης διατροφικών συμπληρωμάτων από φύκια, επειδή αυτά μπορεί να περιέχουν υπερβολικά πολύ ιώδιο, με κίνδυνο η γυναίκα να λάβει υπερδοσολογία.
Η συνιστώμενη ποσότητα λήψης ιωδίου για τις έγκυες γυναίκες και όσες θηλάζουν, είναι 250 μικρογραμμάρια τη μέρα έναντι 150 μικρογραμμαρίων για τους ενήλικες γενικά και 90 - 120 για τα παιδιά. Η λήψη πάνω από 600 μικρογραμμαρίων ιωδίου τη μέρα (κάτι που μπορεί να συμβεί αν κανείς, πέρα από τη διατροφή, παίρνει και ειδικά συμπληρώματα), μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στον θυρεοειδή.
Μια προηγούμενη έρευνα από την Τασμανία, που είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό κλινικής ενδοκρινολογίας και μεταβολισμού "Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism", είχε μελετήσει εννιάχρονα παιδιά, που είχαν λάβει ανεπαρκές ιώδιο ενόσω βρίσκονταν στη μήτρα. Η μελέτη είχε διαπιστώσει ότι αυτά τα παιδιά, μεγαλώνοντας, είχαν μικρότερους βαθμούς στα γλωσσικά τεστ.