Συγχωρήστε με, αλλά ειλικρινά δε μπορώ να καταλάβω τον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχθηκαν ορισμένοι την ιδέα για την ανάδειξη της Βέροιας σε πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Και τρομάζω αναλογιζόμενος τις αμέτρητες ιδέες στις οποίες γινόμουν κοινωνός από τη θέση του διευθυντού της ΚΕΠΑ, όσο υπηρετούσα εκεί.
Ιδέες που αν και σε πρώτη ανάγνωση έδειχναν όμορφες, περνώντας τες στη συνέχεια από «κόσκινο», διαπίστωνες πόσο ανεδαφικές τελικά ήταν. Θέλετε το οικονομικό, θέλετε το οργανωτικό, θέλετε το νομικό, τέλος πάντων ότι θέλετε, η δεύτερη ανάγνωση μας προσγείωνε στην σκληρή πραγματικότητα. Είναι κυρίως που κάθε ιδέα συνοδευόταν από μια «λυπητερή» της τάξης κάποιων δεκάδων έως εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
Έτσι δε μπορεί παρά να είμαι επιφυλακτικός στην όλη ιστορία αν δεν δω μια, έστω αρχική, αλλά συνολική προσέγγιση του όλου σχεδίου. Και να έχουμε στο νου μας, ότι μια τέτοια πρωτοβουλία έρχεται ως απόρροια ανάπτυξης σύγχρονων πολιτιστικών προϊόντων και όχι ως μια τουριστική ατραξιόν. Έτσι συνεκτιμώντας όλα αυτά με την κατάσταση των πολιτιστικών μας δρώμενων στην πόλη μας και σε συνδυασμό με την κρατούσα αντίληψη των πολιτικών μας ιθυνόντων περί της πολιτιστικής της αυτάρκειας, εκτιμώ ότι η ιστορία αυτή βρίσκεται σε μια υποθετική σφαίρα, «να ‘χαμε να λέγαμε» δηλαδή.
Θέλουμε να πάμε Ευρώπη ενώ η μοναδική διεθνής και με ιστορία διοργάνωση της πόλης – της ΚΕΠΑ - με σοβαρή μάλιστα απήχηση στο εξωτερικό χειμάζει προς το παρόν και αναφέρομαι στο διεθνές φεστιβάλ κιθάρας. Και αυτό γιατί θα μπορούσε ένα μέρος του, παρόλα τα προβλήματα να είναι ζωντανό, λχ αυτό του διαγωνισμού σύνθεσης.
Αναρωτιέμαι λοιπόν, με τι προσόντα θα πάμε να μετρήσουμε το μπόι μας στο εξωτερικό, να δείξουμε ότι είμαστε ανοικτοί, εξωστρεφείς. Θα πάμε προβάλλοντας την «περιλάλητη» πολιτιστική μας αυτάρκεια;
Και όλα αυτά έχουν εξήγηση. Είναι που οι νυν ιθύνοντες δε φρόντισαν να μάθουν για το πως η Βέροιας εντάχθηκε στο Εθνικό Πολιτιστικό Δίκτυο Πόλεων, ένταξη που συνοδεύτηκε από τη χρηματοδότηση ανέγερσης του Χώρου Τεχνών. Αν το είχαν κάνει, θα έπαιρναν ένα σοβαρό και χρήσιμο μάθημα, του πως σε βλέπουν και σε κρίνουν οι άλλοι και όχι πως εσύ βλέπεις τον εαυτό σου. Αν το είχαν κάνει θα είχαν αποφύγει τον ναρκισσισμό που τους χαρακτηρίζει και θα πάλευαν για τη διαμόρφωση και εμπέδωση μιας δυναμικής παρουσίας στο πανελλαδικό αλλά και διεθνές πολιτιστικό γίγνεσθαι.
Ε δε μπορεί να ονειρευόμαστε μεγαλεία και δόξα, όντας περιχαρακωμένοι στα τείχη της πόλης μας, αυτοϊκανοποιούμενοι με τα δικά μας έργα. Είμαστε– άντε να το πω ευγενικά – ο ορισμός του εγωκεντρισμού !
Και κάτι ακόμα. Όλοι όσοι εκστασιάζονται με τα διεθνή μεγαλεία, γιατί δε βρήκαν να πουν μια κουβέντα για τη δραματική κατάσταση που βιώνουν τα πολιτιστικά δρώμενα στην πόλη μας σήμερα. Εκτός και αν τους βρίσκει σύμφωνους η σημερινή πραγματικότητα και είναι ικανοποιημένοι. Ας μας το πουν να το ξέρουμε τουλάχιστον εμείς οι «ανικανοποίητοι».
Με όλα αυτά, δε μπορώ να μην οδηγήσω τη συζήτηση κάπου αλλού. Ας υποθέσουμε ότι χρήματα υπάρχουν για αυτό τον μεγαλεπήβολο στόχο, από τη στιγμή που όχι μόνο ξεκίνησε αυτή η συζήτηση, αλλά έχουμε προχωρήσει και σε πλειοδοσίες. Λοιπόν έστω ότι υπάρχουν, έστω και λίγα, τότε γιατί δε λύνονται μια σειρά «δευτερευόντων» θεμάτων που χρονίζουν και δημιουργούν μια κακή εικόνα για την πόλη μας και μας εκθέτουν με τη συμπεριφορά μας σε τρίτους που μας εμπιστεύτηκαν.
Έτσι λχ θα ήθελα λοιπόν να μάθω και εγώ. Τι γίνεται με το μουσείο εκπαίδευσης, τι γίνεται με το αρχείο Μουτσόπουλου, τι γίνεται με τη συλλογή λαογραφικού υλικού, τι γίνεται με το ιστορικό πανόραμα και γενικά τι γίνεται με όλα αυτά τα αρχεία και τις συλλογές που ευτύχησε να έχει στην κατοχή της η ΚΕΠΑ. Και γιατί η ΚΕΠΑ σε ανάλογες προσφορές άλλων αξιόλογων συλλογών, που αν και εκδήλωσαν προθυμία οι κάτοχοί τους να τις εκχωρήσουν, εμείς ουσιαστικά τις αποποιηθήκαμε.
Εντάξει ο αυτοθαυμασμός μας, αλλά ας δούμε και αυτά τα ταπεινά θέματα, εκτός βέβαια και αν δεν μας ενδιαφέρουν όλα αυτά και μας είναι στην τελική «βάρος». Ένα βάρος που με χαρά από ότι αντιλαμβάνομαι επιχειρούμε να σπρώξουμε επιμελώς προς τρίτους, που αποδεδειγμένα όμως δε μπορούν να διαχειριστούν, αλλά ποιος νοιάζεται για την τύχη τους. Σιγά που θα ασχοληθούμε με αυτά, έχουμε σοβαρότερες ασχολίες, αλλά με το συμπάθιο και μεταξύ μας, ακόμα δεν κατάλαβα ποιες είναι αυτές.
Στις κούτες λοιπόν το μουσείο εκπαίδευσης περιμένοντας κάποιον να τις ανοίξει επιτέλους να πάρουν λίγο φως - με την ελπίδα τουλάχιστον να είναι προφυλαγμένες από την υγρασία, το ίδιο και το αρχείο Μουστόπουλου – αυτό ελπίζω να μην το τρώει ο ήλιος, το ίδιο και το λαογραφικό υλικό, αραχνιάζει το ιστορικό πανόραμα, κατά τα άλλα εμείς πάμε Ευρώπη !
Και θα ρωτήσετε και τι να κάνουμε. Ε, όποιος δε θέλει να ζυμώσει δέκα μέρες κοσκινίζει. Τι δέκα μέρες, εμείς κοσκινίζουμε χρόνια και ακόμα να ζυμώσουμε. Λοιπόν για την ιστορία. Προ χρόνων ζητήσαμε το αυτόνομο κτίριο του σχολικού συγκροτήματος στο Μπάσκετ που είναι κενό – με εξαίρεση κάποιες ελάχιστες αίθουσες - και χωρίς ιδιαίτερο κόστος θα μπορούσε να στεγάσει αξιοπρεπώς αυτές τις συλλογές και δεν έγινε τίποτα. Το κτίριο δόθηκε αρχικά για χρήση ενός έτους και μετά τίποτα. Ως σήμερα χάσκει άδειο και αναξιοποίητο. Είναι που διασφαλίσαμε ένα πρώτο εξοπλισμό μέσω Ε.Ε. που και αυτός αποθηκεύτηκε εκεί περιμένοντας και εγώ δεν ξέρω τι.
Και επειδή η ζωή τρέχει και δε μας περιμένει, από όσο γνωρίζω η αδιαφορία και η ανικανότητά μας να αξιοποιήσουμε όλα αυτά, όπως λχ το αρχείο Μουτσόπουλου ήταν η αιτία, το υπόλοιπο αρχείο του και συγκεκριμένα η συλλογή με τις μακέτες παραδοσιακών σπιτιών να καταλήξει στο λαογραφικό μουσείο Κοζάνης - αν έχω σωστή πληροφόρηση. Και ανάμεσα στις μακέτες αυτές, βρίσκονταν και πολλές που αφορούσαν παραδοσιακά σπίτια της Βέροιας, όπως του σιορ Μανωλάκη, από τη στιγμή που ο καθηγητής είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για την πόλη μας.
Αντίστοιχα τα συμβαίνοντα με το μουσείο εκπαίδευσης Χ. Τσολάκη. «Μουσεία» εκπαίδευσης ξεφύτρωσαν και αλλού – καλύπτοντας το κενό που εμείς δημιουργήσαμε - διεκδικώντας μια θέση στο χώρο της εκπαίδευσης και την επισκεψιμότητά τους από εκπαιδευτικούς φορείς. Και εδώ ας γίνω κακός και να ρωτήσω όσους «πυροβολούσαν» αδιακρίτως για την ιστορία του μουσείου εκπαίδευσης, ότι δεν του δίναμε την αρμόζουσα σημασία κλπ, κλπ. Τώρα που είναι στις κούτες δεν ενοχλούνται ; Τώρα γιατί δεν «εξεγείρονται», προς τι η ανακωχή ; Που είναι όσοι υπόσχονταν στο δάσκαλο όσο ζούσε ένα μουσείο αντάξιο του έργου του ;
Θλιβερές καταστάσεις, πρωτοβουλίες χωρίς συνέχεια και συνέπεια. Ναι δυσκολίες υπάρχουν, αλλά αν ο δρόμος ήταν «ασφαλτοστρωμένος» όλοι μας θα είχαμε στην ήλιο μοίρα. Τελικά θα ξεχωρίσουν όσοι έχουν όραμα, το σθένος και τη δύναμη να το παλέψουν και όχι όσοι κρέμονται ολημερίς στις οθόνες, στα πληκτρολόγια και τους καθρέπτες, με τον αυτοθαυμασμό τους να ξεχειλίζει.
Από το όραμα στην «ονείρωξη» λοιπόν, κρίμα …
*Οι φωτογραφίες των μακετών αφορούν παραδοσιακά σπίτια από τη Βέροια και έχουν ληφθεί σε παλιότερη έκθεση για την «λαϊκή» αρχιτεκτονική που οργανώθηκε στο λαογραφικό μουσείο Κοζάνης και με τη δική μας