Η πανδημία με τον κορωνοϊό τα …κατέστρεψε όλα και ιδιαίτερα την επισκεψιμότητα σε κλασικούς και θρησκευτικούς αρχαιολογικούς χώρους που, τουλάχιστον σαν Ημαθία, ενδιαφέρει περισσότερο. Άλλωστε να μην ξεχνάμε ότι οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μουσεία, είναι από τους χώρους που ήταν πάντοτε πρώτοι στην …λίστα όταν λαμβάνονταν περιοριστικά μέτρα, όταν έμπαιναν …λουκέτα.
Από 5 Μαΐου που καταργήθηκε το λοκντάουν και «άνοιξαν» και πάλι και πάλι οι δραστηριότητες, ο τουρισμός ήταν στην πρώτη γραμμή και όλα τα μέτρα που λαμβάνονταν και λαμβάνονται είχαν ως στόχο να μην χαθεί η φετινή τουριστική χρονιά. Άλλωστε κατά κόρον ο τουρισμός θεωρείται η «βαριά βιομηχανία» της χώρας.
Ευκαιρία ανάπτυξης ο τουριστικός πλούτος
Παρότι κοντά στον ενάμιση χρόνια που η κοινωνία μας ταλαιπωρείται από την πανδημία, υπήρξαν και κάποιοι τομείς που κάτω από τέτοιες συνθήκες εργάστηκαν ακατάπαυστα για την δημιουργία νέων υποδομών στον τουρισμό της Ημαθίας, ώστε αυτός ο τόπος να είναι πιο ελκυστικός και να προσελκύσει περισσότερους επισκέπτες, όταν όλα θα επανέλθουν στην κανονικότητα.
Έτσι με «ναυαρχίδα» την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας και υπό την καθοδήγησή της από την Προϊσταμένη της αρχαιολόγο Αγγελική Κοτταρίδη, συνεχίζει ένα σημαντικό έργο όπως το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών και το Ανάκτορο, ενώ παράλληλα ολοκληρώθηκαν και δόθηκαν στο κοινό, ο «Τοίχος της Μνήμης» στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βέροιας και το Αρχαιολογικό πάρκο της Νεκρόπολης των Αιγών στη Βεργίνα. Παράλληλα συντηρήθηκαν και συντηρούνται διάφορες βυζαντινές εκκλησίες με τις μοναδικές τοιχογραφίες τους.
Έτσι με την ευκαιρία των πρόσφατων εγκαινίων από την Υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και την πανελλήνια προβολή που έτυχαν από τα μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα, έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, η Βέροια και η Βεργίνα είναι λογικό να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των επισκεπτών.
Εκείνο που αποτελεί άλυτο γρίφο είναι ο λόγος για τον οποίο οι επισκέπτες στη Βεργίνα και στη Βέροια, δεν επιλέγουν να διανυκτερεύσουν στην πρωτεύουσα της Ημαθίας. Παλαιότερα υπήρχε η δικαιολογία ότι δεν υπάρχουν αξιόλογα ξενοδοχεία και επαρκείς κλίνες. Αυτό πλέον δεν ισχύει. Η Βέροια διαθέτει πλέον καλά ξενοδοχεία και ξενώνες με πολύ καλές παροχές και λογικές τιμές, ενώ οι ταβέρνες και τα εστιατόρια της πόλης προφέρουν εξαιρετική διατροφή, τόσο τοπική, όσο και την κλασική.
«Προφανώς δεν υπάρχει σωστός χειρισμός της υπόθεσης. Με επίκεντρο μιας διαμονής στη Βέροια, ο επισκέπτης έχει την δυνατότητα να περάσει ένα τριήμερο μέσα στην φύση και με μια πλούσια επιλογή αξιοθέατων παγκόσμιας κλίμακας για να επισκεφθεί» μας είπε ξενοδόχος της Βέροιας ο οποίος μας παρακάλεσε να μην χρησιμοποιήσουμε το ονοματεπώνυμό του, καθαρά για λόγους επιχειρηματικούς.
Και συμπλήρωσε ο ξενοδόχος: «Η Βεργίνα απέχει από τη Βέροια μόλις 12 χιλιόμετρα και βρίσκεται σε μια ήπια, ημιορεινή περιοχή, αλλά σου δίνεται η εντύπωση ότι είναι μια παραμεθόρια περιοχή. Για παράδειγμα σας αναφέρω ότι το Σαββατοκύριακο δεν υπάρχουν δρομολόγια των ΚΤΕΛ για και από τη Βεργίνα. Όχι ότι αυτό είναι το πρόβλημα. Απλά αυτό μας δείχνει πως αντιμετωπίζουμε την όλη κατάσταση».
Πλησιάζουν τα εγκαίνια του νέου Μουσείου
Το προσεχές μέλλον αναμένεται να εκτινάξει τον αριθμό των επισκεπτών στις Αιγές και κατ΄ επέκταση και στη Βέροια. Το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών στη Βεργίνα αναμένεται να ανοίξει για το κοινό τέλος του χρόνου. Οι επισκέπτες θα έχουν την δυνατότητα να δουν σπουδαία εκθέματα, τα περισσότερα για πρώτη φορά, μέσα από άρτιους και σύγχρονους εκθεσιακούς χώρους. Τοποθετούνται οι προθήκες, μεταφέρονται τμηματικά τα εκθέματα και προς το τέλος της χρονιάς θα είναι όλα έτοιμα για να κόψει κορδέλες ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, συνεχίζοντας την παράδοση της οικογένειας.
Και το επισημαίνουμε αυτό γιατί «Επί πρωθυπουργίας Κώστα Μητσοτάκη, με υπουργό Πολιτισμού την Ντόρα Μπακογιάννη» θυμίζει η επιγραφή ότι έγινε η στέγαση του χώρου όπου ο Μανόλης Ανδρόνικος βοηθημένος από τον καθηγητή του K. A. Ρωμαίο, την αρχαία μαρτυρία του Πλουτάρχου και την επισήμανση του αείμνηστου Nicholas Hammond στο βιβλίο του «H ιστορία της Μακεδονίας» – ανακάλυψε τον ασύλητο τάφο του Φιλίππου του B΄, τον Νοέμβρη του 1977, ανήμερα στη γιορτή των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ, όπως γράφει ο αείμνηστος Mανώλης Ανδρόνικος στο «Χρονικό της Βεργίνας».
Τόσο το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών, όσο και το Ανάκτορο που οι εργασίες ανέγερσής του βρίσκονται σε εξέλιξη, δεν αποτελούν αυτό που λέμε «λιθαράκι». Αποτελούν τον πυλώνα της ανάπτυξης του τουρισμού στον Δήμο Βέροιας, σε συνδυασμό με τα σπουδαία θρησκευτικά μνημεία όπως είναι το Βήμα Αποστόλου Παύλου και η Παλαιά Μητρόπολη.
Στο Ανάκτορο τελείωσαν τα δωμάτια με τα ψηφιδωτά, και εκτιμάται ότι σε ένα χρόνο θα τελειώσουν και οι παρεμβάσεις στην αυλή και των άλλων χώρων. Εκείνο για το οποίο απαιτείται πολύ περισσότερος χρόνος, είναι η κατασκευή του βόρειου τείχους, για το οποίο η ολοκλήρωσή του δεν μπορεί χρονικά να προσδιοριστεί, αν και στόχος είναι να τελειώσει τέλη του 2023 με αρχές του 2024.
Με τα εγκαίνια, λοιπόν, που θα γίνουν από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας και την παρουσία προσωπικοτήτων της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, το τουριστικό «προϊόν» του Δήμου Βέροιας θα έχει ακόμα μια φορά την δυνατότητα να προβληθεί και να ηχήσει δυνατά στο πανελλήνιο. Κι αυτό πρέπει να το αξιοποιήσουν οι αρμόδιοι με ποιο αποτελεσματικές ενέργειες.
Καλύτερη χρονιά η φετινή
Οι συγκριτικοί αριθμοί δείχνουν ότι η φετινή χρονιά είναι καλύτερη από την περσινή σε επισκεψιμότητα στους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας. Το 2020 οι χώροι άνοιξαν στις 15 Ιουνίου, ενώ κατά την τρέχουσα χρονιά άνοιξαν στις 5 Μαΐου, με την ευχή να μην ξανακλείσουμε για κανένα λόγο. Αυτό σημαίνει ότι η περίοδος είναι μεγαλύτερη και οι αριθμοί επισκεπτών αυξημένοι. Όχι βέβαια στα επίπεδο της προ πανδημίας εποχής, αλλά σε σύγκριση με το πέρσι.
Χαρακτηριστικός είναι ο μήνας Ιούλιος. Σύμφωνα με πληροφορίες μας η αύξηση επισκεπτών είναι σε ποσοστό που μπορεί να αγγίξει το 100% σε σχέση με το 2020. Επισκέπτες που προέρχονται τόσο από την Ελλάδα, όσο και από Γαλλία, Γερμανία, Ρουμανία, Ρωσία, Βουλγαρία και λιγότεροι από το Ισραήλ.
Ο χρόνος πλησιάζει που ο τουρισμός στον Δήμο Βέροιας θα γνωρίσει νέες προκλήσεις. Γι αυτό επιβάλλεται να αναζητηθούν νέες επιλογές ώστε όλα αυτά που προσφέρει αυτή η γη, να αξιοποιηθούν στο έπακρο, κάτι που θα βοηθήσει τα μέγιστα στην ανάπτυξη της περιοχής.
Κώστας Τσιμόπουλος/ Εφημερίδα «Βέροια»