Τα λαογραφικά μας μουσεία κάνουν όλους εμάς κοινωνούς των αξιών, των αγωνιών και των επιτευγμάτων των κοινωνιών που έζησαν και δημιούργησαν σ΄ αυτόν τον τόπο. Συνήθως αποτελούν ένα συναρπαστικό ταξίδι στη μνήμη και στον χρόνο. Ένα τέτοιο λαογραφικό μουσείο είναι πολύ κοντά μας, αλλά η φήμη του έχει ταξιδέψει πολύ μακριά γιατί ξεχωρίζει για την πληρότητα και την πολυποικιλότητα των εκθεμάτων του. Πρόκειται για το Εθνογραφικό Κέντρο Γιώργη Μελίκη-Κέντρο Έρευνας Μάσκας, το οποίο βρίσκεται στην κωμόπολη της Ημαθίας, τη Μελίκη.
Θα ήταν άδικο να πεις πως με την περιγραφή του λόγου και του γραπτού, απέδωσες σ΄ αυτά που μπορεί να δει και να νοιώσει ένας επισκέπτης του Εθνογραφικού Μουσείου Γιώργη Μελίκη. Δεν είναι μόνο οι παλαιές ενδυμασίες, τα τάματα, οι μάσκες που φορούσαν οι άνθρωποι στα διάφορα δρώμενα, αντικείμενα που χρησιμοποιούνταν σε διάφορα ήθη και έθιμα, κατασκευές από κερί και ζυμάρι, όλα από το ρουμλούκι, την Ημαθία, τη Μακεδονία, την ηπειρωτική και νησιώτικη Ελλάδα. Είναι και οι πληροφορίες που αποκομίζει ο επισκέπτης μέσα από τα εκθέματα που προέρχονται από ντόπιους, ποντίους, βλάχους, θράκες, μικρασιάτες, νησιώτες. Εκθέματα μιας άλλης Ελλάδας, που δεν ζήσαμε!!!
Γιώργης Μελίκης: Η δημιουργία του ήταν πρώτα δική μου αναγκαιότητα…
Σ΄ έναν εκθεσιακό χώρο 1.000 τ.μ. που αποτελείται από τρεις ορόφους και αύλειους χώρους εκδηλώσεων, ο δημοσιογράφος, συγγραφέας και ερευνητής, Γιώργης Μελίκης, υλοποίησε ένα μεγάλο όνειρο, στον γενέθλιο και αυτοαναφορικό τόπο του, τη Μελίκη. Άλλωστε πως θα μπορούσε να αμφισβητήσει την αγάπη του για τον τόπο του, όταν από την αρχή της καριέρας τους, αφιέρωσε το πατρώνυμό του στη Μελίκη.
Πριν 10 χρόνια, ολοκληρώνοντας μια πορεία 45χρόνων στη δημοσιογραφία, αποφάσισε να αφιερωθεί στο πάθος του: την ελληνική λαϊκή παράδοση. Μετέτρεψε τότε το πατρικό του σπίτι, σε μουσείο, με σκοπό να αναδείξει το πλούσιο λαογραφικό υλικό που είχε συγκεντρώσει ταξιδεύοντας: χιλιάδες καταγεγραμμένα δημοτικά τραγούδια και αφηγήσεις, λατρευτικά τάματα και φωτογραφίες και μια συλλογή από 120 χειροποίητες μάσκες λαϊκών δρωμένων από όλη την Ελλάδα.
«Η απόφαση αυτή να δημιουργήσω το Εθνογραφικό Κέντρο ήταν μια δική μου πρώτα αναγκαιότητα και ταυτόχρονα και μια μεγάλη έλλειψη που έχουμε γενικότερα στον τόπο μας και στην περιοχή μας, από χώρους και συλλογές που μπορεί να αναδείξουν αυτό το πολύ σημαντικό πράγμα που διαθέτει η περιοχή μας, τόσο στην υλική, όσο και στην άυλη πολιτιστική κληρονομιά» μας είπε ο Γιώργης Μελίκης.
«Ο επισκέπτης φεύγει με γνώση από αυτά που είδε…»
Ο δημιουργός του Εθνογραφικού Κέντρου και Κέντρου Έρευνας Μάσκας Γιώργης Μελίκης με την ξενάγησή του μάς ταξίδεψε σε άλλους …αιώνες, μέσα σ΄ ένα περιβάλλον μυσταγωγίας και έκστασης με αυτά που δεν περιμέναμε να δούμε. Σ΄ ένα μελετημένο και προσεκτικά τοποθετημένο χώρο, μας «ξεδίπλωσε» τον υπομονετικό αγώνα μιας ζωής συγκεντρώνοντας αυτό το μοναδικό υλικό.
«Ότι έγινε, ήταν με βάση μια επιστημονική, μουσειογραφική και μουσειολογική προσέγγιση. Μουσείο δεν είναι αυτό που βλέπει κανείς, αλλά και το τι υπάρχει πίσω από αυτό που βλέπει. Δηλαδή οι υλικοτεχνικές υποδομές, αλλά κυρίως σε συλλογές. Έτσι λοιπόν το ονομάσαμε Εθνογραφικό Κέντρο γιατί σ΄ αυτόν τον χώρο καλύπτονται δύο μεγάλες κατηγορίες» μας είπε και επισήμανε:.
«Ο ένας βραχίονας είναι η άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Από τα 40-50 χρόνια που γυρίζω και καταγράφω, μαζεύτηκε ένα υλικό. Ίσως να είναι και 10.000 καταγραφές με δημοτικά τραγούδια, ιστορίες αφηγήσεις, παραμύθια, το αρχείο του «Λαϊκού Χειμώνα» που για 29 χρόνια γίνονταν στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης απ΄ όπου πέρασαν 6.000 οργανοπαίκτες, τραγουδιστές και χορευτές. Είναι επίσης το αρχείο των τηλεοπτικών εκπομπών που φτάνουν τις 400 ώρες και 60.000 περίπου φωτογραφίες.
Ο άλλος βραχίονας έχει να κάνει με την υλική πολιτιστική κληρονομιά. Δεν θέλαμε να βάλουμε οτιδήποτε βρήκαμε στο Μοναστηράκι ή στο Ψυρρή ή οπουδήποτε αλλού, αλλά τα εκθέματα να έχουν μία ταυτότητα και μία σχέση. Πρώτα απ΄ όλα θέλαμε να αναδείξουμε τα ήθη και τα έθιμα της περιοχής μας, της Μελίκης και του Ρουμλουκιού. Κάποιος που θα έρθει θα διαπιστώσει ότι υπάρχει μια γνώση, μια πληροφορία, την οποία «παίρνει» μαζί του όταν φεύγει, πέρα από αυτά που θα δει. Μέσα από μικρές βιτρίνες θα πάρουν τις πληροφορίες. Έχουν παιδευτικό χαρακτήρα, παρά να δείξουν αυτό το πολύ, το μεγάλο, το υπερβολικό».
Τάματα και μάσκες μοναδικές και στην Ευρώπη
Σ΄ έναν μουσειακό χώρο συνδεδεμένο με την λαογραφία μιας κωμόπολης, συνήθως ο επισκέπτης δεν περιμένει δει κάτι το οποίο δεν είδε κάπου αλλού, σε κάποιο άλλο λαογραφικό μουσείο.
Κι όμως στο Εθνογραφικό Κέντρο Γιώργη Μελίκη - Κέντρο Έρευνας Μάσκας υπάρχουν εκθέματα που σε αποκλειστικότητα ξεπερνούν τα σύνορα της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης.
«Έχουμε τα «Ρουγκάτσια» που είναι ένα παρουμλουκιώτικο έθιμο. Έχουμε τις «Λαζαρίνες» που επίσης είναι ένα παρουμλουκιώτικο έθιμο. Το 1914 μας ήρθαν οι Κωστηλίδες από την Θράκη και μας έφεραν δύο κορυφαία έθιμα. Τα «Αναστενάρια» και τον «Καλόγερο». Αυτά τα έθιμα που πια είναι έθιμα ταυτότητας που αφορούν τη Μελίκη και την περιοχή μας ευρύτερα, τα βάλαμε σε κάποια βιτρίνα, το καθένα χωριστά, με όλη την πληροφορία που μπορεί να αποκομίσει ο επισκέπτης» τονίζει ο Γιώργης Μελίκης και συνεχίζει την ξενάγησή του αναφερόμενος στις συλλογές που είναι μοναδικές για την Ελλάδα και την Ευρώπη. Δεν διακόψαμε τον γλαφυρό του λόγο και αφεθήκαμε σ΄ αυτά που βλέπαμε και σ΄ εκείνα που μας έλεγε.
«Υπάρχει φυσικός χώρος όπου γίνονται τα «Αναστενάρια». Είναι εικόνες όπου κρατάμε όταν μπαίνουμε στην φωτιά και όλο αυτό το εκπληκτικό έθιμο που γίνεται. Αρχίζουν από δω τα «Αναστενάρια».
Με αφορμή τα τάματα που υπάρχουν πάνω στις εικόνες και είναι εκατοντάδες, συγκροτήσαμε μια συλλογή από 2.500 τάματα λαϊκής λατρείας. Είναι η μεγαλύτερη συλλογή όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στα Βαλκάνια. Θα έλεγα και έτσι εξειδικευμένα, σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο, με πράγματα που δεν πάει το μυαλό σου. Μικρότερες συλλογές με 100 και 200 τάματα μπορεί να υπάρχουν κι αλλού. Με 2.500, ίσως και περισσότερα, σε υπάρχει τέτοια συλλογή. Είναι μία πρωτότυπη και μοναδική συλλογή η οποία σύντομα μέσω ενός προγράμματος που γίνεται από το πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, θα γίνει μια ηλεκτρονική πλατφόρμα, μία πρόσβαση και ο κάθε ενδιαφερόμενος των ταμάτων και της λαϊκής λατρείας θα παίρνει οποιαδήποτε πληροφορία, θέλει. Ήδη συγκροτήθηκε ομάδα ειδικών επιστημόνων και περιμένουμε το τελικό «οκ» για να αρχίσει η καταγραφή, η ψηφιοποίηση και οι καταλογογράφηση όλου αυτού του υλικού με τα τάματα.
Στον 2ο όροφο έχουμε το «Κέντρο Έρευνας Μάσκας» με την συλλογή μασκών. 120 μάσκες απ΄ όλη την Ελλάδα, είναι μια εθνική συλλογή και παρόμοια δεν υπάρχει πουθενά. Ούτε στα Βαλκάνια, αλλά δεν υπάρχει εθνική συλλογή και στην Ευρώπη. Υπάρχει μία συλλογή μασκών στις Βρυξέλλες, αλλά είναι μάσκες από παντού, απ΄ όλο τον κόσμο (Αφρική, Περού, Αργεντινή, Μεξικό κ.α.), αλλά δεν είναι εθνική συλλογή, όπως αυτή που έχουμε στο Κέντρο Μάσκας.
Οι μάσκες δεν είναι καρναβαλίστικες. Είναι μάσκες τελετουργικές, επιτελεστικές, μάσκες ταυτότητας που τις φοράνε πρόσωπα τα οποία είναι συγκροτημένα και μέλη ενός θιάσου. Βλέπεις τη μάσκα της Νάουσας και λες αυτή είναι «Μπούλα» ή «Γενίτσαρος». Και όταν λέμε εθνική συλλογή, ξεκινάμε από την Κρήτη, φτάνουμε στον Πόντο, φτάνουμε στην Βόρειο Ήπειρο, τα νησιά, Ρούμελη, Μοριάς, Επτάνησα, Μακεδονία, Θράκη. Με την συλλογή μάσκας έχει καλυφθεί όλος ο ελλαδικός χώρος, όπου γίνονται διάφορα δρώμενα τα οποία, όμως, έχουν μια αυτοτέλεια. Που γίνονται την συγκεκριμένη μέρα, την συγκεκριμένη περίοδο, με τις δικές τους μουσικές και μεταμφιέσεις. Που έχουν ταυτότητα, όπως οι «Γενίτσαροι» και οι «Μπούλες» που έχουμε στη Νάουσα ή στην Σκύρο με τον «Γέρο και την Κορέλα» και σ΄ όλη την Ελλάδα.
Να αναφέρουμε επίσης πως στο Εθνογραφικό Κέντρο υπάρχουν τα προσωπικά αντικείμενα του επαναστάτη Δεσπότη Κίτρους Νικολάου Λούση που το 1878 έπεσαν οι γυναίκες από τον Γαλακτό.
Τα τελευταία τρία χρόνια με τους συνεργάτες του Κέντρου στήσαμε μία έκθεση που αφορά το παιδί, το «Παιδί στην Παράδοση». Και αυτό συνέβαλε πάρα πολύ στην επισκεψιμότητα από σχολεία».
Ξεκίνησε μόνος, αλλά η συνέχεια είναι διαφορετική
Σ΄ αυτό το δημιούργημα ο Γιώργης Μελίκης ήταν μόνος, αλλά προικισμένος με υπομονή, αγάπη και πάθος. Γύρισε πάρα πολλές χώρες, «ξεσκόνισε» και το πιο μικρό χωριουδάκι που είχε να του προσφέρει κάτι στον λαογραφικό πλούτο σε όλες τις εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού.
Τα τελευταία τρία χρόνια περίπου πλαισιώθηκε από διάφορους ανθρώπους, κι αυτοί «εραστές» της παράδοσης για να συμβάλλουν στην τεράστια προσπάθεια του Γιώργη Μελίκη. Συστήθηκε ένας σύλλογος «Φίλων του Εθνογραφικού Κέντρου». Ένας εξαιρετικά δραστήριος σύλλογος με πάρα πολύ διάθεση και το Διοικητικό Συμβούλιο στελεχώνεται από προσωπικότητες του Νομού μας, από ανθρώπους που έχουν διάθεση και δουλεύουν πολύ.
«Είμαι διπλά τυχερός που ο Γιάννης Μοσχόπουλος, εκτός από την οντότητα που έχει ως ιστορικός, λαογράφος, συγγραφέας, μ΄ έναν σπάνιο χαρακτήρα που μπορεί να πιάσει και να προσεγγίσει τα θέματα με εξαιρετική σοβαρότητα» λέει ο Γιώργης Μελίκης, για να πάρει στην σκυτάλη στην συζήτησή μας ο Πρόεδρος του Συλλόγου δικηγόρος Γιάννης Μοσχόπουλος.
«Από τότε που κατάλαβα την κλίση μου να αγαπάω την λαογραφία και την ιστορία του τόπου, είχα μπροστά μου δύο ανθρώπους. Τον Γιώργο Χιονίδη και τον Γιώργη Μελίκη. Τον Γιώργο Χιονίδη τον γνώρισα νωρίτερα λόγω της δουλειάς μας. Τον θεωρώ πνευματικό μου πατέρα γιατί με βοήθησε πολύ στην δικηγορία και την συγγραφή ιστορίας. Τον Γιώργη Μελίκη, ως νέος έβλεπα τις εκδηλώσεις που έκανε, θεατρικές παραστάσεις, τα βιβλία του έτρεχα να πάρω και φυσικά μετά τις ραδιοφωνικές εκπομπές τις οποίες πολλές από αυτές τις ηχογραφούσα, γιατί για μένα αποτελούσαν ζώσα ντοπιολαλιά, να μιλιέται από έναν άνθρωπο του ραδιοφώνου, κάτι που με απελευθέρωνε και μένα να ασχοληθώ με την λαογραφία του τόπου μας» μας είπε και συμπλήρωσε:
«Διαπιστώσαμε ότι αυτό που συνέβη με μένα, συνέβη και με άλλους ανθρώπους. Η ακτινοβολία του, λόγω του έργου του, δημιούργησε κάποιους κύκλους παράλληλους γύρο του. Στην συνέχεια είδαμε ότι ο κύκλος αυτός μεγάλωνε με ανθρώπους από τη Βέροια, την Θεσσαλονίκη και απ΄ όλη την Ελλάδα. Έτσι θέλαμε να συμμετέχουμε σ΄ αυτό που δημιούργησε με το Εθνογραφικό Κέντρο και τον πλούτο που έχει συγκεντρώσει. Όχι αυτά τα οποία εκτίθενται, αλλά και αυτά που βρίσκονται στα συρτάρια και τα μπαούλα, τα οποία πρέπει να αξιοποιηθούν.
Έτσι αποφασίσαμε να ιδρύσουμε τον «Σύλλογο Φίλων του Εθνογραφικού Κέντρου Γιώργη Μελίκη-Κέντρο Έρευνας Μάσκας» για να βοηθήσουμε να αξιοποιηθεί αυτό το έργο από τα μικρότερα μέχρι τα μεγαλύτερα και περισσότερα πράγματα. Θέλαμε να ξεκουράζουμε τον Γιώργη με το να ασχολείται με διάφορα θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς, ώστε να έχει περισσότερο χρόνο για επαφές με τα πανεπιστήμια, γιατί προς τα εκεί είναι ο στόχος για την αξιοποίηση όλων αυτών. Ειδικά οι συλλογές με τα τάματα και τις μάσκες να βρουν ανθρώπους να αναδείξουν περισσότερο το τελετουργικό με το οποίο συνδέεται η μάσκα και το τάμα».
Καμιά οικονομική στήριξη από την Τοπική Αυτοδιοίκηση
«Κάθε αρχή και δύσκολη…» λέει ο λαός μας και ο Σύλλογος Φίλων Εθνογραφικού Κέντρου Γιώργη Μελίκη-Κέντρο Έρευνας Μάσκας», δεν θα μπορούσε να αποτελέσει την εξαίρεση. Ωστόσο η παρακαταθήκη του έργου που είχαν στα «χέρια» τους, όπλιζε με πίστη και δύναμη τα μέλη του νεοσύστατου συλλόγου. Έτσι σιγά σιγά ξεκίνησαν τις δραστηριότητές τους συμβάλλοντας στο υπόλοιπο «οικοδόμημα» του Εθνογραφικού Κέντρου.
«Διανύσαμε την πρώτη θητεία. Κάναμε κάποιες εκδηλώσεις, ξεπεράσαμε οργανωτικά ζητήματα και ξεκινάμε πιο αισιόδοξα. Ιδιαίτερα όταν βλέπουμε ανταπόκριση από όλη την Ελλάδα. Να φανταστείτε ότι όταν έρχονται λεωφορεία με εκδρομείς και μαθαίνουν ότι υπάρχει σύλλογος, γράφονται μέλη και μας στέλνουν συνδρομές, αλλά και να εκφράζουν τις απόψεις τους. Οι εκδηλώσεις που κάνουμε, είναι με εισφορές των μελών μας. Όσοι είμαστε εδώ, κάνουμε πράγματα γιατί μας αρέσει. Κάνουμε κάτι και το χαιρόμαστε. «Κτυπήσαμε» την πόρτα του Δήμου για να μας ενισχύσει οικονομικά, δυστυχώς όμως δεν βρήκαμε ανταπόκριση» μας είπε ο Γιάννης Μοσχόπουλος και τόνισε πως «πρέπει να σημειώσω ότι ο Γιώργης Μελίκης κινείται σε επίπεδο ευεργέτη. Όλο αυτό έγινε με την προσωπική του οικονομική συμβολή. Είναι μια ευεργεσία για τον τόπο».
Σ΄ αυτά τα λόγια που εκφράστηκαν από τα βάθη της καρδιάς του Προέδρου του Συλλόγου, ο Γιώργης Μελίκης απάντησε:
«Είμαι πολύ τυχερός που υπάρχει αυτός ο Σύλλογος και πολύ πιο τυχερός που είναι Πρόεδρος ο Γιάννης που πλαισιώνεται από εξαιρετικά μέλη στη διοίκηση. Έχουν ένα όραμα που πολλές φορές με ξεπερνάει. Υπήρξαμε αρκετά εσωστρεφείς στον τόπο μας. Σήμερα αυτό που μας ξεπερνάει και εμμονικά το κυνηγούμε, είναι η εξωστρέφεια. Αυτήν την στιγμή έχουμε μια συνεργασία σε επιστημονικό επίπεδο με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ενώ έχουμε αποδοχή από πανεπιστημιακούς, ιδρύματα, καλλιτέχνες. Είναι πραγματικά το μεγάλο μας κεφάλαιο. Και αυτή είναι η επιτυχία μας στην εξωστρέφεια. Η Μελίκη Ημαθίας, ένα μεγάλο χωριό, καταφέρνει και συγκεντρώνει κάποιες χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Έχουμε φτάσει μέχρι και 11.000 επισκέπτες. Η είσοδος είναι ελεύθερη και η αγκαλιές μας ανοιχτές. Γι αυτό δημιουργήθηκε μια γόνιμη σχέση με όλους αυτούς σ΄ όλη την Ελλάδα» είπε δίνοντας το στίγμα και την αντίληψη πάνω στην οποία βασίζονται οι κοινές προσπάθειές τους και κατέληξε:
«Το καλοκαίρι η πανδημία μας …ευνόησε λιγάκι. Κάναμε έναν νέο χώρο πολλαπλών χρήσεων που έχει καλές προδιαγραφές για να γίνει μια ημερίδα 50 ατόμων οι οποίοι μπορούν να γίνουν διπλάσιοι το καλοκαίρι αν ανοίξουμε τις πόρτες και η αίθουσα μετατραπεί αυτόματα σε ημιυπαίθριο χώρο. Από ημερίδες και συμπόσια καθώς διαθέτει και προτζέκτορα, μία έκθεση ζωγραφικής, κουστουμιών κα.α. Είναι ένας πολυχώρος, μια γκαλερί. Ήδη έχουμε στο πρόγραμμα κάποιους πολύ μεγάλους ζωγράφους να έρθουν, αφού πρώτα ανοίξουν τα σύνορα, για να εκθέσουν τα έργα τους. Είναι πολύ σημαντικό να έρθουν έργα Τσαρούχη ή έργα Μόραλη στη Μελίκη, που ούτε στη Βέροια δεν έχουν έρθει, ούτε στις άλλες δύο πόλεις της Ημαθίας».
Προγραμματίζονται σπουδαίες εκδηλώσεις
Η πανδημία μπορεί να πάει πίσω την υλοποίηση των εκδηλώσεων, ωστόσο ο σχεδιασμός υψηλού πολιτιστικού επιπέδου συνεχίζεται. Μάλιστα ο Πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Εθνογραφικού Κέντρου Γιώργη Μελίκη-Κέντρο Έρευνας Μάσκας μας αποκάλυψε κάποιες εκδηλώσεις που σχεδιάζονται και θα υλοποιηθούν όταν το επιτρέψουν οι υγειονομικές συνθήκες.
«Δουλεύονται πράγματα αυτήν την στιγμή, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ημερομηνίες λόγω της αβεβαιότητας με την πανδημία. Έχουμε τα200 χρόνια από την επανάσταση. Ετοιμάζουμε. Υπάρχουν ιδέες και μικρές και μεγάλες για να συμμετέχουμε. Παράλληλα ετοιμάζουμε ένα αφιέρωμα για την ζωή και το έργο του Καπετάν Άγρα. Θα είναι ένα σπουδαίο συμπόσιο για τον Τέλλο Άγρα και είμαστε σε επαφή για να κάνουμε μία σύμπραξη από όλες τις πόλεις που ήταν δίπλα από την λίμνη των Γιαννιτσών. Θεσσαλονίκη που ήταν το κέντρο, Γιαννιτσά, Νάουσα που ήταν η έδρα, Βέροια, Αλεξάνδρεια, ρουμλούκι, με συντονιστή τον Βασίλειο Νικόλτσιο, Διευθυντή του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα και Διευθυντή του Πολεμικού Μουσείου. Μάλιστα ο κ. Νικόλτσιος θα μας φέρει σε επαφή με τους Μεσσήνιους (Γαργαλιάνους) συγγενείς του Τέλλου Άγρα για να κάνουμε ένα ολοκληρωμένο αφιέρωμα για την δράση και τον αγώνα του μέχρι τη μέρα του απαγχονισμού του στο χωριό Καρυδιά της Έδεσσας» μας ενημέρωσε ο Γιάννης Μοσχόπουλος και πρόσθεσε:
«Τέλος υπάρχει έτοιμο και θα είχε γίνει αν δεν υπήρχε η πανδημία, το συνέδριο για την ιστορία του ρουμλουκιού, σε συνεργασία με την Εταιρεία Μελετών, Ιστορίας και Πολιτισμού Ημαθίας. Είναι όλα έτοιμα και όταν επιτραπεί θα υλοποιηθεί.
Σ΄ όλα αυτά να προσθέσουμε μια σειρά από χορευτικές εκδηλώσεις, προβολές σημαντικών εθνογραφικών ντοκιμαντέρ τα οποία θα τα προβάλλουμε παρουσία του δημιουργού του, είτε στην αίθουσα προβολών, είτε στον αύλειο χώρο καθώς και εκεί έχουμε οθόνη καθώς το καλοκαίρι λειτουργεί και ως θερινός σινεμά».
Όμως ο Γιώργης Μελίκης ως ένας ασυγκράτητος χαρακτήρας και παθιασμένος την έρευνα της παράδοσης και της λαογραφίας αποκάλυψε έναν ακόμη σχεδιασμό που λαμβάνει χώρα αυτό το διάστημα.
«Αυτήν την περίοδο δουλεύουμε ένα πρότζεκτ σε συνέργεια με την Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης όπου η Αρχαιολόγος και Αντιπρόεδρος του Συλλόγου Φίλων του Εθνογραφικού μας Κέντρου, Μαρία Χειμωνοπούλου, βρήκε ένα κείμενο του 940 του Πορφυρογέννητου και εγώ βρήκα ένα άλλο κείμενο του Γεωργίου Βιζυηνού του 1897, όπου μιλάει για μάσκες και για δρώμενα και αρχαίες διάφορες που γίνονταν στο Βυζάντιο. Χθες βράδυ βρήκα ότι το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης ενδιαφέρεται να κάνουμε μια ημερίδα για τον Γεώργιο Βιζυηνό. Και θα την κάνουμε με την Σχολή Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης σε ένα πρόγραμμα που «γεφυρώνει» τους αιώνες. Θα γίνει παράλληλα μία δράση με έργα που θα κάνουν οι καθηγητές και οι φοιτητές που θα τα εκθέσουν εσωτερικά και εξωτερικά στην αυλή μας και θα έχουμε μία παράσταση που θα κάνει ο Γιώργος Λιάρος. Θα έχουμε δηλαδή ένα «πακέτο» τα οποία μπορούμε να τα μεταφέρουμε, εκτός από εδώ, και στην Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα και στην Λάρισα απ΄ όπου έχουμε πρόταση. Αυτό που γράφεται σε ένα παλαιό κείμενο, θα το δούμε.
Έτσι είμαστε ένας πυρήνας, ο Σύλλογος Φίλων, που προωθούμε αυτά τα πράγματα να πάνε παραπέρα. Να φύγουν από αυτόν τον μικρό τόπο. Να είναι εξαγώγιμο αυτό που κάνουμε και να αντέχει σε μια αυστηρή κριτική» μας είπε ο Γιώργης Μελίκης.
Τα Μελικοχώρια έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στους αγώνες της πατρίδας
Ο Γιάννης Μοσχόπουλος έχει συγγράψει βιβλία που έχουν σχέση με το ρουμλούκι. Για τον λόγο αυτό ζητήσαμε να αναφερθεί με λίγα λόγια, κλείνοντας την περιήγησή μας στο Μουσείο, και στην ιστορία της Μελίκης και του ρουμλουκιού που μας φιλοξένησε για τις ανάγκες αυτού του ρεπορτάζ.
«Το ρουμλούκι ήταν η Μακεδονίδα γη. Εδώ ήταν η κοιτίδα των Μακεδόνων. Μετά στα Ρωμαϊκά και τα Βυζαντινά χρόνια έγινε Καμπανία και όταν υποταχθήκαμε στους τούρκους μας αποκάλεσαν ρουμλούκ, ρωμιότοπο δηλαδή. Αυτός ο τόπος συνέδραμε οικονομικά στις δύο μεγάλες πόλεις, Βέροια και Θεσσαλονίκη, που όλο το αρχοντολόι της μεν και της δε αντλούσαν τους οικονομικούς πόρους από την ζευγελατεία ή αγροκτήματα που είχαν εδώ. Το ρουμλούκι συμμετείχε σε όλα τα κινήματα με αποκορύφωμα την υποστήριξη στον Μακεδονικό Αγώνα. Όλα ξεκινούσαν από το ρουμλούκι για να ανέβουν προς τα πάνω.
Τα Μελικοχώρια έπαιξαν πολύ σπουδαίο ρόλο στην απελευθέρωση της Μακεδονίας. Κάθε φορά τα επαναστατικά κινήματα και το 1821-22 και το 1878, η πρώτη επιθετική ενέργεια γινόταν πάντα από τη Μελίκη. Να κάψουν τα κονάκια των μπέηδων και των πασάδων» μας είπε ο Γιάννης Μοσχόπουλος.
Κώστας Τσιμόπουλος / Εφημερίδα "Βέροια"