Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τήν γῆν». Τήν ἠρεμία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, μετά ἀπό τά ἔντονα γεγονότα τῆς χθεσινῆς ἡμέρας, διακόπτουν δύο ἀντίθετες προτροπές πού ἀκούσαμε πρό ὀλίγου. Ἡ μία τοῦ ψαλμωδοῦ Δαβίδ πρός τόν Θεό· «ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τήν γῆν». Ἡ δεύτερη τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου πρός ὅλους μας· «σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία καί στήτω μετά φόβου».
Ἡ σιγή εἶναι ἀπαραίτητη γιά νά αἰσθανθοῦμε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀνάγκη νά σιγήσει ὁ θόρυβος τοῦ κόσμου ὄχι μόνο γύρω μας ἀλλά καί μέσα μας, γιά νά ἀντιληφθοῦμε τόν Θεό, γιά νά αἰσθανθοῦμε καί νά ζήσουμε τό μέγα θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ σιγή ὑποδηλώνει ὅμως συγχρόνως καί τή νέκρωση, τή νέκρωση τῶν παθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν πού ἐπαναστατοῦν μέσα μας καί ταράσσουν τήν ψυχή μας καί μᾶς ἐμποδίζουν νά δοῦμε τήν ἀλήθεια, νά δοῦμε τόν Θεό.
Αὐτό ἔπαθαν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι. Τά πάθη τοῦ φθόνου καί τῆς ὑποκρισίας δέν τούς ἄφησαν νά παραδεχθοῦν ὅτι ὁ Χριστός ἦταν ὁ Μεσσίας, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Καί τόν σταύρωσαν. Ἀλλά καί ὅταν τόν σταύρωσαν, γιά νά ἀπαλλαγοῦν, ὅπως νόμιζαν, ἀπό ἐκεῖνον, ἦταν τόση ἡ ταραχή πού τούς προκαλοῦσαν, ὥστε τούς ἐμπόδισαν νά κατανοήσουν ὅλα ὅσα ἀκολούθησαν καί ἀποδείκνυαν τή θεότητά του, καί πίστευσαν ὅτι μέ τήν κουστωδία στόν τάφο θά μποροῦσαν νά ἐμποδίσουν τήν Ἀνάστασή του.
Γιά ὅλα αὐτά ἔχει ἰδιαίτερη σημασία ἡ προφητική προτροπή πού ἀκούεται σήμερα «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τήν γῆν».
Ἡ κρίση στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ προφήτης καί ψαλμωδός Δαβίδ δέν εἶναι ἡ μέλλουσα κρίση, ὅταν ὁ Χριστός θά ἔρθει ἐν δόξῃ γιά νά κρίνει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἡ κρίση αὐτή εἶναι μία κρίση διαφορετική. Εἶναι μία κρίση γιά ὅλους ἐκείνους πού τόν εἶδαν νά κινεῖται ἀνάμεσά τους, νά διδάσκει, νά θαυματουργεῖ καί ἀμφέβαλλαν γιά τή θεότητά του. Γιά ὅλους ἐκείνους πού τόν κατηγοροῦσαν ὅτι θεραπεύει τά Σάββατα τούς ἀσθενεῖς, ὅτι συναναστρέφεται ἁμαρτωλούς καί τελῶνες, ὅτι ἔχει δαιμόνιο.
Γιά ὅλους ἐκείνους πού νόμιζαν ὅτι ἕνας ἀτιμωτικός θάνατος θά τούς ἀπάλλασσε ἀπό τόν ἔλεγχο πού τούς προκαλοῦσε ἡ παρουσία του, θά διασκόρπιζε τούς μαθητές του καί θά ἔσβυνε καί τή μνήμη του ἀκόμη.
Ὅλα ὅμως αὐτά πού πίστευαν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι ἦταν ἀποκυήματα τῆς κακίας τους, καί παρότι δέν ἴσχυαν, χρειαζόταν μία ἀπάντηση. Μία ἀπάντηση, ὄχι γιά νά πιστεύσουν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι, πού δέν ἐπρόκειτο νά πιστεύσουν, ἀλλά μία ἀπάντηση πού θά ἐνισχύσει καί θά στηρίξει τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι, ἄν καί πίστευαν στή θεότητα τοῦ διδασκάλου τους, δέν μποροῦσαν νά κατανοήσουν ὅλα αὐτά τά παράδοξα καί πρωτόγνωρα πού ζοῦσαν, δέν μποροῦσαν νά συνειδητοποιήσουν πῶς ὁ Χριστός θά ἀνέστηνε τόν ἑαυτό του.
Ἡ ἀνάσταση, λοιπόν, τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία ζητᾶ ὁ ψαλμωδός Δαβίδ σήμερα ἀπό τόν Θεό, εἶναι ἡ κρίση καί ἡ καταδίκη τῶν ἀνθρώπων πού τόν ἀμφισβήτησαν καί τόν ἀρνήθηκαν. Εἶναι ἡ κρίση καί ἡ ἀποστομωτική ἀπάντηση ὅτι δέν ἦταν ὁ Χριστός ὁ πλάνος πού κατεδίκασαν οἱ ἀρχιερεῖς καί ὁ Πιλάτος, ἀλλά ἦταν, ὅπως ὁ ἴδιος τό εἶχε διακηρύξει, «ἡ ἀλήθεια», πού ἀπελευθερώνει τούς ἀνθρώπους ἀπό τά πάθη καί τήν ἁμαρτία καί τούς ὁδηγεῖ στόν Θεό.
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀπάντηση καί πρός ὅσους σέ κάθε ἐποχή τόν ἀρνοῦνται καί τόν συκοφαντοῦν, πρός ὅλους ὅσους ἀρνοῦνται καί συκοφαντοῦν τά θαύματά του, ὅπως τό θαῦμα τῆς ἁφῆς τοῦ ἁγίου φωτός, καί θέτει ὑπό κρίση τή δική τους στάση ἔναντι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὅμως καί ἡ δικαίωση ὅσων τόν πιστεύουν καί τόν ἀγαποῦν, ὅσων τόν ἀκολουθοῦν καί ἀγωνίζονται νά τηροῦν τίς ἐντολές του. Εἶναι ἡ ἐλπίδα ὅτι ὁ Χριστός θά εἶναι μαζί μας, ὅπως μᾶς ὑποσχέθηκε, καί ὅτι, ἀνεξάρτητα ἀπό ὅσα συμβαίνουν στόν κόσμο, θά ἔχουμε τή χαρά καί τήν εἰρήνη του.
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι κρίση γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀνάλογα μέ τή θέση πού παίρνει ὁ καθένας ἀπέναντί της, ἀνάλογα μέ τή θέση πού παίρνει ἀπέναντι στόν Χριστό, κρίνεται καί ὁ ἴδιος.
Ὅσοι πιστεύουμε στόν Χριστό, δέν ἔχουμε λόγο νά μήν ζητοῦμε μαζί μέ τόν ψαλμωδό Δαβίδ αὐτή τήν κρίση, ψάλλοντας θριαμβευτικά, «ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τήν γῆν», καί ἀναμένοντας νά τήν ζήσουμε καί ἐμεῖς καί νά συναναστηθοῦμε καί ἐμεῖς μαζί του.