Αφού δε μπόρεσε να κοιμηθεί, ντύνεται γρήγορα, παίρνει τη λύρα του και φεύγει για την ταβέρνα τσαντισμένος. Πάνω στη βιασύνη του όμως κούμπωσε το κουμπί από το πουκάμισο στην κουμπότρυπα του σακακιού.
Φτάνει στην ταβέρνα για να αρχίσουν οι πρόβες.
Του λέει ο άλλος λυράρης:
- Θα αυτοσχεδιάσουμε μαντινάδες, εγώ θα τις ξεκινάω κι εσύ θα τις τελειώνεις.
- Έγινε.
- Του σακακιού σου το κουμπί, είναι του πουκαμίσου...
- Άλλοι εννιά μου το πανε, άντε κι εσύ πηδήξου!