Σάββατο, Νοέμβριος 23, 2024
Follow Us
Δευτέρα, 27 Μαϊος 2013 00:52

Μυστικός τζίρος 2 τρισ. δολαρίων στο Διαδίκτυο

Ενας κρυφός τζίρος o οποίος εκτιμάται σε 2 τρισ. δολάρια τον χρόνο κυκλοφορεί μεταξύ της ιντερνετικής σφαίρας και των φορολογικών παραδείσων. Αντιστοιχεί περίπου στο ΑΕΠ της Ιταλίας και παράγεται από ψεύτικες διαφημίσεις και από ψεύτικους χρήστες, οι οποίοι κάνουν κλικ σε ιστοσελίδες, σε διαφημιστικά μπάνερ ή ακόμη σε κάνουν follow στο twitter ή like στο facebook.

Η μάχη για μεγαλύτερη επισκεψιμότητα και περισσότερη δημοτικότητα στα social media έχει αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού. Το ποιοτικό περιεχόμενο, η καλοσχεδιασμένη ιστοσελίδα και η διαφήμιση ίσως να μην αρκούν πλέον για την κορυφή. Διότι κάποιοι άλλοι κάνουν κάτι πιο εύκολο και κυρίως πολύ πιο φθηνό: αγοράζουν επισκεψιμότητα!

Υπάρχουν πολλά «πακέτα» στην αγορά. Τα φθηνά προσφέρουν εντελώς ψεύτικη επισκεψιμότητα: ένα πρόγραμμα, το οποίο στη γλώσσα του Ιντερνετ λέγεται «ρομποτάκι» (ή πιο σωστά botnet) κάνει κλικ συνέχεια σε μία ιστοσελίδα. Το κόστος είναι το πολύ 5 δολάρια για κάθε 10.000 επισκέψεις. Ετσι λοιπόν, με 100 δολάρια την ημέρα μπορεί κάποιος να πετύχει επισκεψιμότητα 200.000 μοναδικών χρηστών ημερησίως χωρίς να πληρώνει ούτε ένα μισθό, αλλά και χωρίς να έχει δικό του περιεχόμενο.

Φυσικά, μία διαφημιστική μόλις δει τα αναλυτικά στοιχεία της επισκεψιμότητας θα καταλάβει ότι πίσω από τους 200.000 μοναδικούς επισκέπτες κρύβεται ένα «ρομποτάκι».

Γι’ αυτό η «γκρίζα» βιομηχανία του Ιντερνετ προσφέρει πιο βελτιωμένες εκδόσεις botnet: κλικ από πραγματικούς χρήστες! Πώς γίνεται αυτό; Η βιομηχανία αυτή αυτοαποκαλείται ιντερνετική διαφήμιση. Μία ιστοσελίδα (εταιρεία) χωρίζεται σε δύο μέρη: στο ένα εγγράφονται αυτοί που αγοράζουν επισκεψιμότητα και στο άλλο αυτοί που την πωλούν. Οι τελευταίοι είναι ιδιοκτήτες ιστοσελίδων που δέχονται να εμφανίζονται οι διαφημίσεις των πρώτων. Η διαφήμιση δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ολοσέλιδη εμφάνιση του site του διαφημιζόμενου. Ετσι, οι επισκέπτες των ιστοσελίδων που δέχονται τέτοιες καταχωρίσεις αναγκαστικά κάνουν κλικ πάνω σε αυτή τη διαφήμιση για να προχωρήσουν στο περιεχόμενο της ιστοσελίδας που τους ενδιαφέρει. Είτε κάνουν κλικ στη διαφήμιση για να πάνε στον ιστότοπο που διαφημίζεται είτε κάνουν κλικ για να κλείσει η διαφήμιση, η ιστοσελίδα που έχει αγοράσει επισκέπτες καταγράφει επισκεψιμότητα.

Με τις υπηρεσίες αυτές ο πελάτης (διαφημιστής και διαφημιζόμενος) μπορεί να επιλέξει από ποια ή ποιες χώρες να προέρχονται οι επισκέψεις, πόση ώρα να διαρκούν, πόσες φορές να εμφανίζονται κ.λπ. Το κόστος αυξάνεται ανάλογα με τις επιλογές.

Ενα απλό πρόγραμμα αγοράς 10.000 τυχαίων επισκεπτών απ’ όλο τον κόσμο κοστίζει μόλις 7,50 δολάρια ανά 10.000 επισκέπτες.

Η επιλογή χώρας, κλάδου κ.λπ. ανεβάζει το κόστος, το οποίο ξεκινάει από 49 δολάρια ανά 5.000 πραγματικούς επισκέπτες.

Με αυτή τη διαδικασία, κερδισμένοι είναι και αυτοί που «πουλούν» τους επισκέπτες τους, καθώς κερδίζουν προμήθεια για κάθε κλικ που προσφέρουν στον διαφημιζόμενο. Επιπλέον, τα χρήματα είναι πάρα πολλά. Τα στοιχεία και τα μεγέθη είναι εντυπωσιακά. Αρκεί να αναφερθεί πρόσφατη μελέτη που βασίστηκε σε στοιχεία της Microsoft, της Symantec και της spider.io, όπου μόνο ένας πάροχος τέτοιων διαφημίσεων προσέφερε 14 δισ. κλικ την ημέρα έναντι 6 εκατ. δολαρίων τον μήνα!

Ο πάροχος αυτός, συνήθως, είναι πολλά συνεργαζόμενα «ρομποτάκια» που συντονίζουν τους διαφημιστές και τους διαφημιζόμενους. Η έδρα των εταιρειών αυτών είναι σχεδόν πάντα σε φορολογικούς παραδείσους ή σε τριτοκοσμικές χώρες της Αφρικής.

Η αγορά των υπηρεσιών γίνεται online και η αυτόματη απόδειξη που παρέχεται στον πελάτη σπανίως αναφέρει διεύθυνση και σχεδόν ποτέ άλλα φορολογικά στοιχεία.

Η γκάμα των προσφερομένων υπηρεσιών για τον δρόμο προς την κορυφή δεν σταματάει εδώ. Υπάρχουν υπηρεσίες οι οποίες όχι μόνο προσφέρουν πραγματικούς επισκέπτες, αλλά θέση στην παγκόσμια κατάταξη με βάση την επισκεψιμότητα. Μόλις πραγματοποιηθεί ο στόχος, η υπηρεσία θεωρείται ότι ολοκληρώθηκε. Η διατήρηση της κατάταξης σημαίνει νέα παραγγελία. Το κόστος ξεκινάει από περίπου 900 δολάρια προκειμένου να βρεθεί το site μεταξύ των 500.000 και 300.000 θέσεων παγκοσμίως. Με 19.000 δολάρια το site θα εκτοξευθεί στις πρώτες 5.000 διεθνώς. Δηλαδή θα είναι ένα από τα 5.000 πιο δημοφιλή sites στον κόσμο! Προφανώς μία πραγματική επένδυση θα κόστιζε πολύ περισσότερο.

Προβλήματα στη σοβαρή διαφήμιση

Καθώς οι τεχνολογίες των «ψεύτικων» χρηστών εξελίσσονται, δημιουργούνται παράλληλες βιομηχανίες. Για παράδειγμα, προκειμένου ένα «ρομποτάκι» να εμφανίζεται ως επισκέπτες από διαφορετικά μήκη και πλάτη του κόσμου, θα πρέπει να κάνει «επισκέψεις» από διαφορετικά μέρη.

Πώς γίνεται αυτό; Τα βασικά στοιχεία κάθε χρήστη - επισκέπτη μιας ιστοσελίδας περιλαμβάνονται στη διεύθυνση IP. Με πολύ απλά λόγια, είναι η «γραμμή» που συνδέει τον υπολογιστή με το Ιντερνετ. Σε αυτήν καταγράφονται η γεωγραφική τοποθεσία του χρήστη, ο πάροχος κ.λπ.

Υπάρχουν, λοιπόν, εταιρείες που είτε «κλέβουν» είτε ανιχνεύουν είτε δημιουργούν λίστες με χιλιάδες ή εκατομμύρια διαφορετικές IP ανά τον κόσμο. Οι λίστες αυτές «φορτώνονται» στο «ρομποτάκι». Στη συνέχεια το «ρομποτάκι» καλεί μία μία IP και τις καθοδηγεί να «χτυπήσουν» συγκεκριμένες ιστοσελίδες.

Μάλιστα, έχουν δημιουργηθεί και προγράμματα, τα οποία τα αγοράζει κάποιος από το Ιντερνετ και τα εγκαθιστά στον server όπου φιλοξενείται η ιστοσελίδα του. Τα προγράμματα αυτά παίρνουν μία λίστα από IP και κάνουν κλικ στο site.

Στην ιστορία αυτή, η μια ανάγκη δημιουργεί μιαν άλλη και, κατά συνέπεια, μια νέα υπηρεσία. Για παράδειγμα, αφού υπάρχουν τρόποι να αυξάνονται τα κλικ σε μία ιστοσελίδα, γιατί να μην υπάρχει τρόπος να αυξάνονται τα κλικ σε διαφημιστικά μπάνερ ώστε να αυξάνονται και τα έσοδα; Αυτό με τη σειρά του δημιουργεί ζημία στις σοβαρές διαφημιστικές εταιρείες και στους διαφημιζόμενους.

Ετσι, σοβαρές εταιρείες που προσφέρουν διαφημιστικές υπηρεσίες μέσω Ιντερνετ αναπτύσσουν ή αγοράζουν εφαρμογές που να προστατεύουν τους εαυτούς τους και τους πελάτες τους από τον ψεύτικο κόσμο του Ιντερνετ.

Και πράγματι, όπως ισχυρίζονται οι ειδικοί, το καταφέρνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ομως, ο ψεύτικος κόσμος κάθε μέρα γίνεται μεγαλύτερος, εμπειρότερος και πιο εφευρετικός. Οπότε και η άμυνα των σοβαρών θα πρέπει να αναπτύσσεται επενδύοντας εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο για την προστασία του.

Αγοράζοντας ...θαυμαστές στο Facebook

Ας πάμε τώρα να φτιάξουμε το προφίλ μας στο facebook και στο twitter. Πώς μπορεί μια εταιρεία που θέλει να θεωρείται κορυφαία ή ένας ποδοσφαιριστής ή τραγουδίστρια να έχει μόνο 1.000 φίλους. Πρέπει να έχει τουλάχιστον 300.000 φίλους, 1,5 εκατ. likes στο facebook και άλλους τόσους followers στο twitter. Αλλιώς τι θα πει το Hollywood;

Ο πιο εύκολος τρόπος και σε αυτήν την περίπτωση είναι να αγοράσεις φίλους, likes και followers. Αν πληκτρολογήσει κάποιος στο google τη φράση «buy followers», θα βρει 360 εκατ. σχετικά άρθρα και υπηρεσίες που προσφέρουν ψεύτικους followers. Η αντίστοιχη αναζήτηση για likes στο facebook θα εντοπίσει 750 εκατ. σχετικούς συνδέσμους. Ας δούμε τώρα το κόστος. Επισκεπτόμαστε την πρώτη τυχαία υπηρεσία που εντοπίστηκε στο google. Εδώ, λοιπόν, οι 100 followers κοστίζουν 9 δολάρια και οι 100.000 κοστίζουν 399 δολάρια. Πάμε τώρα να αγοράσουμε likes στο facebook. Με 26 δολάρια αγοράζουμε 1.000 likes και με 44 δολάρια 1.000 fans. Επίσης, με 75 δολάρια αγοράζουμε 1.000 «θετικές ψήφους» στο google+, που είναι η υπηρεσία κοινωνικής δικτύωσης της Google. Αν θέλουμε, συνεχίζουμε και αγοράζουμε 100.000 επισκέψεις για τη σελίδα μας στο Youtube έναντι 141 δολαρίων. Ετσι, με περίπου 10.000 - 12.000 δολάρια μπορεί κάποιος να δημιουργήσει μία ισχυρή παρουσία στο Ιίντερνετ και στα κοινωνικά δίκτυα, εμφανίζοντας τη σελίδα του μεταξύ των δημοφιλέστερων στον κόσμο και με πολλούς θαυμαστές και φίλους. Ο ήπιος χαρακτηρισμός των εκπροσώπων της βιομηχανίας αυτής είναι οι λέξεις «μάρκετινγκ» ή διαφήμιση ή ισχυροποίηση του brand name.

Φυσικά, υπάρχουν οι σοβαρές εταιρείες και υπηρεσίες που προσφέρουν στρατηγικές προώθησης, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και τα social media. Μάλιστα, οι σοβαρές περιπτώσεις είναι ποιοτικές και πολλές. Οι σοβαροί του κλάδου χρησιμοποιούν, όμως, μεθόδους επικοινωνίας, επενδύουν σε στρατηγική και ανάπτυξη και χρησιμοποιούν τα social media ως υποβοηθητικό μέσο ή συμπληρωματικό κανάλι και όχι ως τη μοναδική επικοινωνιακή στρατηγική.