Μία από τις πιο πρόσφατες μελέτες δημοσιεύθηκε πριν από λίγες εβδομάδες στο ιατρικό περιοδικό European Urology. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Λειψίας παρακολούθησαν επί τρία χρόνια την πορεία της υγείας 718 ασθενών, διαπιστώνοντας πως όσοι υποβλήθηκαν σε ρομποτική προστατεκτομή ανέφεραν μειωμένα ποσοστά ακράτειας στους 3 μήνες από την επέμβαση. Ανέκτησαν επίσης ταχύτερα την στυτική λειτουργία τους, ενώ η ογκολογική έκβαση και η θνησιμότητα μεταξύ τους ήταν παρόμοια με εκείνη στους ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε κλασική λαπαροσκοπική προστατεκτομή.
«Η χειρουργική επέμβαση αποτελεί την θεραπεία επιλογής για την αντιμετώπιση του καρκίνου του προστάτη ο οποίος δεν έχει εξαπλωθεί εκτός προστατικού αδένα», σχολιάζει ο Χειρουργός-Ουρολόγος δρ Ηρακλής Πούλιας, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας. «Κατ' αυτήν αφαιρείται ο προστάτης (γίνεται ριζική προστατεκτομή) είτε με ανοικτό χειρουργείο είτε (συχνότερα) λαπαροσκοπικά, με ή χωρίς τη συνδρομή ρομποτικών συστημάτων. Η ρομποτικώς υποβοηθούμενη ριζική προστατεκτομή είναι εξίσου αποτελεσματική με την κλασική λαπαροσκοπική προστατεκτομή στην αντιμετώπιση των εντοπισμένων καρκίνων του προστάτη. Κατά κανόνα εφαρμόζεται σε όγκους σταδίου 1 ή 2. Οι όγκοι αυτοί αναπτύσσονται εντός του προστατικού αδένα και δεν έχουν επεκταθεί σε δομές έξω από αυτόν (π.χ. στις σπερματοδόχους κύστεις, στους λεμφαδένες). Προς το παρόν, δεν γίνεται ευρεία εφαρμογή της μεθόδου σε πιο προχωρημένους καρκίνους. Ωστόσο αυτό αποτελεί αντικείμενο μελετών, λόγω των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που έχει η ρομποτική προστατεκτομή».
Η κλασική ριζική προστατεκτομή διενεργείται με διάνοιξη μεγάλης τομής χαμηλά στην κοιλιά, για να αποκτήσει ο χειρουργός πρόσβαση στον προστάτη. Κατά την επέμβαση, όμως, μπορεί να τραυματιστούν υγιείς ιστοί και νεύρα, με κίνδυνο να εκδηλωθεί ακράτεια και στυτική δυσλειτουργία. Επιπλέον, η μεγάλη τομή χρειάζεται αρκετές ημέρες νοσηλείας και περισσότερο χρόνο για να επουλωθεί, ενώ ενέχει και αυξημένο κίνδυνο μετεγχειρητικών επιπλοκών.
Η λαπαροσκοπική επέμβαση γίνεται με μικρές τομές στην κοιλιά, μέσω των οποίων περνά ο χειρουργός ουρολόγος τα ιατρικά εργαλεία. Το ίδιο γίνεται και με την ρομποτική προστατεκτομή, με τη διαφορά ότι σε αυτήν ο χειρισμός των εργαλείων γίνεται από ρομποτικό βραχίονα με βάση τις οδηγίες του χειρουργού.
Η ρομποτική προστατεκτομή είναι ουσιαστικά μία εξελιγμένη μορφή λαπαροσκοπικής επέμβασης. Συνολικά απαιτεί 5-6 μικρές τομές, διαμέτρου 1 εκατοστού η κάθε μία, στο κάτω τμήμα της κοιλιάς. Μέσα από αυτές τις τομές περνά ο ρομποτικός βραχίονας τα χειρουργικά εργαλεία και την φωτιζόμενη κάμερα, που επιτρέπει απεικόνιση των εσωτερικών ιστών σε τρεις διαστάσεις και μεγεθυμένες κατά 12 φορές. Έτσι η επέμβαση γίνεται με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια, απ' ό,τι με το κλασικό ανοιχτό χειρουργείο ή με την απλή λαπαροσκοπική τεχνική.
Έχει βρεθεί πως όταν η ρομποτική προστατεκτομή εφαρμόζεται από έμπειρο και καλά εκπαιδευμένο χειρουργό, παρέχει τα εξής οφέλη στους ασθενείς:
- Μικρότερη απώλεια αίματος και μειωμένη ανάγκη για μετάγγιση αίματος, συγκριτικά με την ανοιχτή ριζική προστατεκτομή
- Λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο και λήψη λιγότερων παυσίπονων φαρμάκων
- Πιο σύντομη νοσηλεία στο νοσοκομείο (ανάλογα με την περίπτωση, ο άνδρας μπορεί να φύγει από το νοσοκομείο ακόμα και την επομένη ημέρα από την επέμβαση)
- Λιγότερες ουλές (στον ένα μήνα από την εγχείρηση είναι ήδη αδιόρατες)
- Μικρότερο κίνδυνο παρενεργειών, όπως η στυτική δυσλειτουργία και η ακράτεια
- Ταχύτερη επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες (οι περισσότεροι άνδρες κατορθώνουν να ανακτήσουν τις φυσιολογικές δραστηριότητές τους 14-21 ημέρες μετά την εγχείρηση)
Ο σημαντικά μειωμένος κίνδυνος στυτικής δυσλειτουργίας και ακράτειας ούρων είναι ένα από τα πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα της ρομποτικής προστατεκτομής. Η διατήρηση αυτών των βασικών λειτουργιών είναι εφικτή επειδή η μεγεθυμένη εικόνα που βλέπει ο γιατρός στη διάρκεια της επέμβασης, του επιτρέπει να παρακάμπτει τα αιμοφόρα αγγεία και τα νεύρα. «Η στυτική δυσλειτουργία και η ακράτεια ούρων ήταν κάποτε συνηθισμένες, μη αναστρέψιμες παρενέργειες της ριζικής προστατεκτομής, που υπονόμευαν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών μας», λέει ο κ. Πούλιας. «Σήμερα, όμως, έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό, ακόμα και με την ανοιχτή προστατεκτομή την οποία εκτελούμε με καινοτόμες τεχνικές που διαφυλάσσουν τα νεύρα».
Μελέτες έχουν δείξει ότι το 95% των ασθενών που υποβάλλονται σε ρομποτικά υποβοηθούμενη ριζική προστατεκτομή διατηρούν καλό έλεγχο της ουροδόχου κύστης τους μετά την εγχείρηση. Οι περισσότεροι, εξάλλου, ανακτούν την στυτική δυσλειτουργία τους μέσα σε μερικούς μήνες από την εγχείρηση (συνήθως μέσα σε 6-9 μήνες).
«Η ρομποτική ριζική προστατεκτομή δεν είναι πανάκεια, αλλά βοηθά σημαντικά πολλούς ασθενείς», τονίζει ο κ. Πούλιας. «Υπάρχουν περιπτώσεις ασθενών στους οποίους δεν ενδείκνυται, όπως σε όσους έχουν πολύ εκτεταμένο ή μεταστατικό καρκίνο, στους πάσχοντες από νοσογόνο παχυσαρκία, στους άνδρες με αιμορραγική διάθεση ή σε ασθενείς με σοβαρά καρδιοαναπνευστικά προβλήματα. Το αν θα εφαρμοστεί, όμως, ή όχι αποφασίζεται κατά περίπτωση, έπειτα από ενδελεχή λήψη του ιστορικού και συζήτηση με τον ασθενή, και φυσικά ανάλογα με τα ευρήματα των διαγνωστικών/απεικονιστικών εξετάσεών του».