Όπως μας εξηγεί ο καθηγητής χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής στον Όμιλο ΥΓΕΙΑ, κ.Δημήτρης Λινός, οι περισσότερες μορφές καρκίνου του θυρεοειδούς έχουν εξαιρετική πρόγνωση και πολύ υψηλά ποσοστά πλήρους ίασης. Πάνω από το85% των ασθενών έχουν μια μορφή που ονομάζεται θηλώδες καρκίνωμα, το οποίο θεωρείται ως μια πολύ αργά εξελισσόμενη νόσος. Από αυτούς, το 30% έχει όγκους 1 εκατοστού ή μικρότερους, πάσχει δηλαδή από θηλώδες μικροκαρκίνωμα. Η ασυμπτωματική και νωθρή φύση του έχει αποδειχθεί από πολλές μελέτες, αλλά και από την υψηλή συχνότητα εντοπισμού του σε αυτοψίες ατόμων που έχασαν τη ζωή τους από άλλη αιτία.Η ύπαρξη της νόσου, δηλαδή, δεν γίνεται αντιληπτή, αφού δεν προκαλεί συμπτώματα και η εξέλιξή της είναι τόσο αργή που συχνά δεν διαγιγνώσκεται, παρά εντοπίζεται μετά τον θάνατο του ασθενή από κάποια άλλη αιτία.
Αν και μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα όλων των ηλικιών, από παιδιά έως ηλικιωμένους, το θηλώδες μικροκαρκίνωμα του θυρεοειδούς είναι πιο συνηθισμένο σε άτομα μεταξύ 30 και 50 ετών, κυρίως γυναίκες. «Με αυτά τα δεδομένα, είναι φρόνιμο να περιλαμβάνεται η εξέταση του θυρεοειδούς στο ετήσιο τσεκ-απ». Εξάλλου, η αύξηση της εμφάνισης του καρκίνου αυτού τα τελευταία χρόνια, μπορεί να αποδοθεί, ως ένα βαθμό, στηνπροθυμία των ανθρώπων να υποβάλλονται σε προληπτικές εξετάσεις και στα προηγμένα τεχνολογικά απεικονιστικά συστήματα που εντοπίζουν πολύ μικρούς όγκους. Δεν είναι όμως αυτοί οι μόνοι λόγοι της αύξησης. Έχει βρεθεί ότι ευθύνεται η “επιδημία” της παχυσαρκίας, καθώς και η ρύπανση της ατμόσφαιρας.
Αν και υπάρχουν περιπτώσεις που το ογκίδιο είναι ορατό με γυμνό μάτι στο λαιμό των αδύνατων ανθρώπων, τις περισσότερες φορές ανιχνεύεται κατά την ψηλάφηση από έναν έμπειρο γιατρό. Ενίοτε αποτελεί τυχαίο εύρημα μιας εξέτασης στο λαιμό για κάποιον άλλο λόγο. Τότε ο ιατρός ζητά επιπλέον αιματολογικές, αλλά και απεικονιστικές εξετάσεις ώστε να προσδιοριστεί το μέγεθός του. Και κατόπιν διενεργεί βιοψία για να διαπιστώσει εάν πρόκειται για κακοήθεια.
Η υπερδιάγνωση του θηλώδους μικροκαρκινώματος του θυρεοειδούς οδήγησε στην αλλαγή του τρόπου αντιμετώπισής του. Όταν το ογκίδιο είναι μικρότερο του 1 εκατοστού, ορισμένοι έχουν προτείνει τακτική παρακολούθηση, με τη διενέργεια επαναλαμβανόμενων εξετάσεων, αν και η Αμερικανική Εταιρεία για τον Θυρεοειδή (American Thyroid Association) εξακολουθεί να συστήνει την αφαίρεση του αδένα.
Τα αποτελέσματα της νέας ερευνητικής μελέτης, που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο του JournaloftheAmericanCollegeofSurgeons, συνηγορούν υπέρ της χειρουργικής θεραπείας της νόσου, τουλάχιστον έως ότου βρεθούν νέες, πιο εξελιγμένες εξετάσεις που θα εντοπίζουν εγκαίρως τους ασθενείς που βρίσκονται σε κίνδυνο.
Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές ανέλυσαν 30.180 ιατρικά αρχεία ενηλίκων ασθενών που έλαβαν θεραπεία για θηλώδες μικροκαρκίνωμα του θυρεοειδούς μεταξύ 2010 και 2014. Διαπίστωσαν ότι οι 5.628 (18,7%) εμφάνισαν χαρακτηριστικά προχωρημένης νόσου.
«Παρότι η συγκεκριμένη μορφή καρκίνου δεν είναι επιθετική, οι ασθενείς που έχουν ακόμα και μικρούς όγκους είναι προτιμότερο να λαμβάνουν χειρουργική θεραπεία, προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα πραγματοποίησης πλήρους ιστολογικής εξέτασης. Δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν υπάρχει άλλος τρόπος να εντοπιστούν αυτά τα χαρακτηριστικά με προεγχειρητική εξέταση, παρά μόνο μεαφαίρεση του αδένα», διευκρινίζει ο κ. Λινός.
Τα τελευταία χρόνια η πρόοδος που έχει σημειωθεί στις τεχνικές είναι αξιοθαύμαστη και για τον λόγο αυτό η απόφαση από τον ίδιο τον ασθενή για την πραγματοποίηση της επέμβασης είναι ευκολότερη σε σύγκριση με το παρελθόν. Ωστόσο, η αφαίρεση του θυρεοειδούς απαιτεί δεξιοτεχνία και εμπειρία. Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργών Ενδοκρινών Αδένων και πρώην Πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων(IAES) καθηγητής κ. Λινός, που έχει ίσως τη μεγαλύτερη εμπειρία από όλους τους εν ενεργεία χειρουργούς στον κόσμο, έχει καθιερώσει διεθνώς την Minimally Invasive Non-Endoscopic Thyroidectomy (MINET), όπως την έχει ονομάσει ο ίδιος. Είναι μια μη ενδοσκοπική, ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση αφαίρεσης του θυρεοειδή, που προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα στον ασθενή.
«Πρόκειται γιαμια τεχνική που εξασφαλίζει την ελαχιστοποίηση του μετεγχειρητικού πόνου, την ταχεία ανάρρωση και την υψηλή αισθητική, αφού η τομή είναι πολύ μικρή και σχεδόν αόρατη μετεγχειρητικά. Κυρίως, όμως, είναι ασφαλής, προσφέρει ριζικότερη θυρεοειδεκτομή και καλύτερα αποτελέσματα, κυρίως στη διατήρηση της ακεραιότητας των νεύρων και του άνω παραθυρεοειδή αδένα», καταλήγει ο καθηγητής κ. Δημήτρης Λινός.