Δευτέρα, Νοέμβριος 25, 2024
Follow Us
Πέμπτη, 27 Φεβρουαρίου 2014 20:15

Διαθέσιμη και στην Ελλάδα νέα θεραπεία για τον μεταστατικό καρκίνο του παγκρέατος

Διαθέσιμο και για τους έλληνες ασθενείς είναι ένα νέο φάρμακο για τον μεταστατικό καρκίνο του παγκρέατος, το οποίο πριν από δύο εβδομάδες εντάχθηκε στη θετική λίστα φαρμάκων. Πρόκειται για συνδυασμό των δραστικών ουσιών πακλιταξέλη και γεμσιταβίνη, που έλαβε έγκριση ως θεραπεία συνδυασμού πρώτης γραμμής, βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης MPACT που κατέδειξε μείωση κατά 28% του κινδύνου θνησιμότητας σε σχέση με την προηγούμενη θεραπεία.

Η ένταξη του χημειοθεραπευτικού συνδυασμού στη θετική λίστα φαρμάκων του υπουργείου Υγείας, δίνει τη δυνατότητα στους έλληνες πάσχοντες να υποβληθούν στην αγωγή με την πλήρη κάλυψη του ασφαλιστικού τους ταμείο, στα αναγνωρισμένα ογκολογικά κέντρα της χώρας.
Ο συνδυασμός nab-πακλιταξέλης και της γεμσιταβίνης είναι η πρώτη θεραπεία που λαμβάνει έγκριση κυκλοφορίας μετά από επτά χρόνια και καλύπτει ένα μεγάλο κενό στην αντιμετώπιση του μεταστατικού καρκίνου του παγκρέατος. Η συγκεκριμένη μορφή καρκίνου έχει εξαιρετικά κακή πρόγνωση, λόγω της επιθετικότητάς της αλλά και της διάγνωσής του σε όψιμα στάδια.
Ο καρκίνος του παγκρέατος ειναι η 4η αιτία θανάτου παγκοσμίως, με ποσοστό άνω του 95% των ασθενών να καταλήγουν από τη νόσο. Το μέσο προσδόκιμο επιβίωσης για τους ασθενείς με μεταστατική νόσο, είναι μόνο 3 έως 6 μήνες, από τη στιγμή της διάγνωσης. Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς διαγιγνώσκονται αφού έχουν κάνει μετάσταση και για τους οποίους η πενταετής επιβίωση δεν ξεπερνά το 5%. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για τον Καρκίνο (European Cancer Observatory), σήμερα 103.773 άνθρωποι ζουν με καρκίνο του παγκρέατος στην Ευρώπη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, η πλειοψηφία των ασθενών (80%) με καρκίνο παγκρέατος είναι άνθρωποι από 60 έως 80 ετών. Ο κίνδυνος εμφάνισης αδενοκαρκινώματος είναι σχεδόν διπλάσιος στους καπνιστές, ενώ άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου παγκρέατος, το ιστορικό παγκρεατίτιδας, διαβήτη ή παχυσαρκίας καθώς και ορισμένα γενετικά σύνδρομα.
Η νέα συνδυαστική θεραπεία nab-πακλιταξέλης - γεμσιταβίνης έχει λάβει άδεια κυκλοφορίας τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, κατόπιν της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων της μελέτης MPACT, μιας από τις μεγαλύτερες πολυκεντρικές μελέτες, στην οποία έλαβαν μέρος 850 ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του παγκρέατος από 151 κέντρα 11 χωρών, στη Β. Αμερική, την Ευρώπη και την Αυστραλία.
Σύμφωνα με τη μελέτη, ο χημειοθεραπευτικός συνδυασμός nab-πακλιταξέλης και γεμσιταβίνης, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο θνησιμότητας κατά 28% σε σχέση με τη γεμσιταβίνη ως μονοθεραπεία. Επιπρόσθετα, η MPACT κατέδειξε ότι αυξήθηκε κατά 60% το ποσοστό των ασθενών που επιβίωσαν τον πρώτο χρόνο, ενώ το ποσοστό για δύο χρόνια επιβίωσης, διπλασιάστηκε.
Η ουσία nab-πακλιταξέλη ανήκει σε μια νέα γενιά αντι-νεοπλασματικών φαρμάκων που αξιοποιούν μια νέα τεχνολογία νανοσωματιδίων (nabTM) η οποία σχεδιάστηκε για να μεταφέρει κυτταροτοξικούς παράγοντες στον όγκο αξιοποιώντας τις φυσικές ιδιότητες της αλβουμίνης, πρωτεΐνης που υπάρχει ήδη στον οργανισμό.
Η ουσία έλαβε άδεια κυκλοφορίας ως μονοθεραπεία για την αντιμετώπιση του μεταστατικού καρκίνου του μαστού σε ασθενείς που δεν ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία πρώτης γραμμής και στους οποίους δεν ενδείκνυται η θεραπεία με ανθρακυκλίνη, το 2005 στις ΗΠΑ από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και το 2008 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σήμερα κυκλοφορεί σε περισσότερες από 40 χώρες σε όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Τον Οκτώβριο του 2012, έλαβε έγκριση από τον FDA ως θεραπεία πρώτης γραμμής για τον προχωρημένο ή μεταστατικό μη-μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, σε συνδυασμό με την καρβοπλατίνη, σε ασθενείς που δεν ενδείκνυται χειρουργική επέμβαση ή χημειοθεραπεία. Με αυτή την ένδειξη κυκλοφορεί και στην Αργεντινή, την Αυστραλία, την Ιαπωνία και τη Νέα Ζηλανδία. Ως θεραπεία πρώτης γραμμής για τον μετασταστικό καρκίνο του παγκρέατος, σε συνδυασμό με την γεμσιταβίνη, έλαβε έγκριση από τον FDA τον Σεπτέμβριο του 2013 και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τρείς μήνες μετά.