Οι φοιτήτριες συμπλήρωναν σε μηνιαία βάση και επί 13 μήνες ειδικά ερωτηματολόγια για την ερωτική τους ζωή και την υγεία τους, καθώς και ειδικά τεστ αξιολόγησης της ψυχικής κατάστασής τους.
Οι ερευνητές χώρισαν τις σχέσεις των εθελοντριών σε περιστασιακές (δηλαδή με ερωτικούς συντρόφους με τους οποίους δεν ήταν ερωτευμένες ούτε έβγαιναν συστηματικά) και σε ρομαντικές (δηλαδή με ερωτικούς συντρόφους τους με τους οποίους ήταν ερωτευμένες και έβγαιναν συστηματικά).
Όπως έδειξαν οι απαντήσεις τους, όσες έκαναν σεξ με αλλεπάλληλους περιστασιακούς ερωτικούς συντρόφους, είχαν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάζουν καταθλιπτικά συμπτώματα.
Επιπλέον, είχαν αυξημένες πιθανότητες να πέσουν θύματα σεξουαλικής βίας (λ.χ. να εξαναγκαστούν να κάνουν σεξ με τρόπους που στην πραγματικότητα δεν επιθυμούσαν ή να προχωρήσουν σε ολοκληρωμένη σεξουαλική επαφή παρότι δεν το ήθελαν).
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το περιστασιακό σεξ πλήττει την ψυχική υγεία των νεαρών γυναικών για προσωπικούς και κοινωνικούς λόγους.
Τέτοιοι λόγοι είναι η δυσμενής θεώρηση (από κοινωνικής πλευράς) του περιστασιακού σεξ, ο κίνδυνος να βγει «κακή φήμη» στη γυναίκα, η μη μετάβαση της περιστασιακής σχέσης σε ρομαντική σχέση, η έλλειψη ικανοποίησης από την ερωτική επαφή και οι πιέσεις για ερωτικές πράξεις που δεν είναι επιθυμητές.
«Αν και ορισμένα από αυτά τα ζητήματα εγείρονται και στις ρομαντικές σχέσεις, είναι πιθανότερα στις περιστασιακές», σημειώνουν. «Επιπλέον, οι ρομαντικές σχέσεις πιστεύεται ότι εμπεριέχουν περισσότερη εμπιστοσύνη, τρυφερότητα και κοινωνική στήριξη απ’ ό,τι οι περιστασιακές».
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι οι ρομαντικές σχέσεις συσχετίζονται αρνητικά με την κατάθλιψη (σ.σ. δηλαδή δρουν προστατευτικά) στα νεαρά άτομα και ιδίως στις γυναίκες.