Αν και δεν παρατηρήθηκε αλκοόλ στο αίμα των συμμετεχόντων την ώρα της εξέτασης, οι εθελοντές έδειξαν αυξημένη χαλαρότητα στην οδήγηση και μειωμένη ικανότητα να δώσουν προσοχή στο δρόμο. Τα αποτελέσματα ήταν συγκρίσιμα με αυτά ενός ανθρώπου με συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα .05.
Η δεύτερη έρευνα, που πραγματοποιήθηκε από τους ίδιους επιστήμονες, ζήτησε από τους συμμετέχοντες να περάσουν από τεστ οδήγησης που αναπαριστούσε το σταμάτημα και το ξεκίνημα στο δρόμο μετά από μια νύχτα κατανάλωσης ποτού. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι οδηγοί είχαν καθυστερημένο χρόνο αντίδρασης και οδηγούσαν με ασταθή ταχύτητα.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι οι άνθρωποι με hangover, απέχουν βραχυπρόθεσμα από το αλκοόλ και σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες όπως η αφυδάτωση και η έλλειψη ύπνου η οδήγηση μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Ελπίζουν, οι έρευνες να οδηγήσουν σε εγρήγορση σχετικά με τους κινδύνους της οδήγησης μετά από μια νύχτα κατανάλωσης ποτού.
Ο Dr. Mark King, του Queensland University of Technology, δήλωσε ότι δεν υπάρχει πραγματικός τρόπος να μετρήσουμε πόσο hangover έχει κάποιος. Μπορεί όμως να συμβουλεύσει τους ανθρώπους ότι η οδήγησή τους μπορεί να επηρεαστεί το ίδιο με την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ.