Η Ελλάδα, σύμφωνα με την έκθεση, εμφανίζει -μετά την Αίγυπτο- τη δεύτερη μεγαλύτερη παγκοσμίως υποχώρηση του δείκτη ευτυχίας μεταξύ των περιόδων 2005 - 2007 (προ κρίσης) και 2010 - 2012 (κρίση), ενώ η Ισπανία την έκτη μεγαλύτερη μείωση, η Ιταλία την όγδοη και η Πορτογαλία την 12η.
Καθώς ο μέσος παγκόσμιος δείκτης ευτυχίας είναι 5,1 (με άριστα το 10), η Ελλάδα με δείκτη 5,4 βρίσκεται ελαφρώς υψηλότερα από τον μέσο όρο, ενώ η πιο ευτυχισμένη στον κόσμο χώρα, η Δανία, έχει «σκορ» 7,7. Συγκριτικά με την Ελλάδα (70η θέση), από τις γειτονικές χώρες της πιο ευτυχισμένες είναι η Κύπρος (34η) και η Αλβανία (62η), ενώ πιο δυστυχισμένη η Τουρκία (77η).
Μετά την πρώτη στην παγκόσμια κατάταξη Δανία, ακολουθούν η Νορβηγία, η Ελβετία, η Ολλανδία και η Σουηδία, αναδεικνύοντας έτσι σε μια ακόμη παγκόσμια κατάταξη -και στην ευτυχία εν προκειμένω- την πρωτοκαθεδρία των βορειοευρωπαϊκών χωρών και ειδικότερα των σκανδιναβικών.
Στην Ευρώπη, η μεγαλύτερη μείωση ευτυχίας καταγράφηκε στις τέσσερις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, δηλαδή την Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία. Από τις χώρες της ευρωζώνης, η Πορτογαλία βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο ευτυχίας από την Ελλάδα (85η).
Η έκθεση υπογραμμίζει πως οι μειώσεις της ευτυχίας δείχνουν πόσο μεγάλη επίπτωση έχει μια αντικειμενική οικονομική κρίση (ύφεση, ανεργία κ.α.) πάνω στην υποκειμενική ψυχολογική κατάσταση των ανθρώπων, πολύ μεγαλύτερη από ό,τι θα περίμενε κανείς με βάση απλώς τα μειωμένα εισοδήματα των πολιτών. Ιδίως, όπως τονίζεται, το φάσμα της πραγματικής ή της επικείμενης ανεργίας είναι αυτό που πάνω από όλα υποσκάπτει την ευτυχία των ανθρώπων. Δεν είναι έτσι τυχαίο, όπως αναφέρεται, ότι στην Ελλάδα περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα παρατηρείται αύξηση των αρνητικών και μείωση των θετικών συναισθημάτων μεταξύ των πολιτών.
Έκθεση επιστημονικής σύνθεσης
Η έκθεση -είναι η δεύτερη στη σειρά μετά την αντίστοιχη περυσινή- αποτελεί προϊόν συνεργασίας ψυχολόγων, οικονομολόγων, στατιστικών αναλυτών και άλλων επιστημόνων και καλεί τις κυβερνήσεις του πλανήτη να καταστήσουν την ευτυχία μέτρο-κλειδί της προόδου και ποιοτικό στόχο της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, πέρα από τις εδώ και δεκαετίες κυρίαρχες ποσοτικές παραμέτρους όπως το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ). Επικεφαλής για τη σύνταξη της έκθεσης είναι ο καθηγητής λόρδος Ρίτσαρντ Λέϊαρντ (Σχολή Οικονομικών Λονδίνου), ο καθηγητής Τζέφρι Ζακς (Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ΗΠΑ) και ο καθηγητής Τζον Χέλιγουελ (Πανεπιστήμιο Βρετανικής Κολομβίας, Καναδά).
Η έκθεση υπογραμμίζει πως αποτελεί πλέον αυξανόμενη απαίτηση διεθνώς οι ακολουθούμενες πολιτικές να ευθυγραμμίζονται με ό,τι είναι πραγματικά σημαντικό για τους ανθρώπους και την ευτυχία τους. Ως κατ’ εξοχήν σημαντικοί παράγοντες για την ευημερία και ευτυχία των πολιτών κρίνονται το πραγματικό (και όχι το ονομαστικό) ΑΕΠ ανά κεφαλή, το προσδόκιμο υγιούς ζωής, η ύπαρξη κοντινών ανθρώπων για ψυχολογικό και πρακτικό στήριγμα, η ελευθερία επιλογών, η έλλειψη διαφθοράς και η γενναιοδωρία. Πρωτίστως, όμως, η ψυχική-νοητική υγεία θεωρείται ο σημαντικότερος παράγων που καθορίζει αν ένας άνθρωπος είναι ευτυχισμένος ή όχι, αν και, όπως επισημαίνεται η κατάθλιψη, οι διαταραχές άγχους, οι ψυχώσεις και άλλες παθήσεις έχουν «αγκαλιάσει» την ανθρωπότητα.
Η έκθεση επισημαίνει πως ο βαθμός ευτυχίας κυμαίνεται διαχρονικά, με μερικές χώρες να κερδίζουν έδαφος και άλλες να χάνουν, ανάλογα με τις συγκυρίες κατά τα τελευταία πέντε χρόνια (ιδίως λόγω της οικονομικής κρίσης). Πάντως είναι ορατή μια τάση παγκόσμιας σύγκλισης, καθώς σταδιακά περιοχές όπως η υποσαχάρια Αφρική και η Λατινική Αμερική δηλώνουν υψηλότερο επίπεδο ευτυχίας, ενώ αντίθετα οι πλουσιότερες βιομηχανικές χώρες χαμηλότερο επίπεδο. Συνολικά, μεταξύ 2007 - 2012 εκτιμάται ότι η παγκόσμια ευτυχία αυξήθηκε οριακά κατά 0,5%.
Η έκθεση τονίζει πόσο επωφελείς είναι οι «παρενέργειες» της ευτυχίας, καθώς οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι ζουν περισσότερα και πιο υγιή χρόνια, είναι πιο παραγωγικοί, κερδίζουν περισσότερα χρήματα και είναι καλύτεροι πολίτες στην κοινωνία.