Σάββατο, Νοέμβριος 23, 2024
Follow Us
Τετάρτη, 03 Ιουλίου 2013 00:37

Κοντές και παχουλές οι γυναίκες του μέλλοντος

Οι γυναίκες του μέλλοντος είναι πιθανό ότι θα είναι λίγο πιο κοντές και πιο «γεμάτες», να έχουν πιο υγιή καρδιά και να μπορούν να κυοφορήσουν σε μεγαλύτερη ηλικία. Αμερικανική έρευνα διαπιστώνει πως οι άνθρωποι συνεχίζουν να εξελίσσονται, αργά αλλά σταθερά.

Η μελέτη έγινε με υπεύθυνο τον εξελικτικό βιολόγο Στέφεν Στερνς του πανεπιστημίου Γέηλ των ΗΠΑ και σύμφωνα με το επιστημονικό περιοδικό New Scientist, παρέχει τις ισχυρότερες ενδείξεις μέχρι σήμερα ότι οι άνθρωποι δεν έχουν σταματήσει να εξελίσσονται, αν και τόσο αθόρυβα, που περνά απαρατήρητο.
Το βασικό ερώτημα, κατά τον Στερνς, είναι αν οι γυναίκες που έχουν περισσότερα παιδιά (άρα πλεονέκτημα αναπαραγωγής), διαθέτουν ξεχωριστά χαρακτηριστικά, τα οποία κληρονομούν στους απογόνους τους.
Για να το εξακριβώσουν, ο βιολόγος του Γιέλ και οι συνεργάτες του μελέτησαν τα ιατρικά ιστορικά των 14.000 κατοίκων μιας πόλης της Μασαχουσέτης, από το 1948 μέχρι σήμερα, που καλύπτουν τρεις γενιές σε αρκετές οικογένειες.
Όπως διαπιστώθηκε, οι πιο κοντές και μεγαλύτερου βάρους γυναίκες τείνουν να έχουν περισσότερα παιδιά, κατά μέσο όρο, σε σχέση με τις ψηλότερες και πιο λεπτές γυναίκες.
Οι γυναίκες με χαμηλότερη πίεση αίματος και μικρότερο επίπεδο χοληστερίνης (άρα πιο υγιή καρδιά) τείνουν επίσης να έχουν πιο πολλά παιδιά, το ίδιο και οι γυναίκες που γεννάνε το πρώτο παιδί τους σε νεαρότερη ηλικία, καθώς και όσες έχουν εμμηνόπαυση σε μεγαλύτερη ηλικία.
Οι ερευνητές επιβεβαίωσαν ότι γενικά αυτά τα χαρακτηριστικά πέρασαν από τις μητέρες στις κόρες τους, οι οποίες με τη σειρά τους απέκτησαν περισσότερα παιδιά.
Αν αυτές οι τάσεις συνεχιστούν επί δέκα γενιές, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Στερνς, η μέση γυναίκα το 2050 θα είναι κατά δύο εκατοστά πιο κοντή και κατά ένα κιλό πιο παχιά από ό,τι είναι σήμερα.
Θα γεννά το πρώτο της παιδί περίπου πέντε μήνες νωρίτερα και θα μπαίνει στην εμμηνόπαυση δέκα μήνες αργότερα από ό,τι τώρα.
Αν και δεν είναι βέβαιο ότι αυτά τα χαρακτηριστικά κληρονομούνται από γενιά σε γενιά μέσω αλλαγής των γονιδίων, ο Στερνς πιστεύει ότι αυτές οι αλλαγές έχουν γενετική προέλευση και δεν αποτελούν απλώς κοινωνική και πολιτισμική επιρροή.
Και άλλες μελέτες στο παρελθόν είχαν καταδείξει πως η φυσική επιλογή συνεχίζει το έργο της στη σημερινή ανθρωπότητα, όμως η διαφορά με τη νέα έρευνα ήταν ότι εκείνες έβγαζαν τα συμπεράσματά τους κυρίως από τις γεωγραφικές διαφορές στις συχνότητες των γονιδίων, παρά από άμεσες μετρήσεις της αναπαραγωγικής επιτυχίας.