Το ΣτΕ δέχθηκε με σημερινή απόφασή του, ότι η προκαλούμενη από την πραγματοποίηση του εμβολιασμού βλάβη συνιστά υπέρμετρη θυσία για τον παθόντα (βλάβη υγείας και προσβολή της προσωπικότητάς του), η οποία υπερβαίνει τα όρια της θυσίας, στην οποία είναι ανεκτό από την έννομη τάξη να υποβάλλονται οι πολίτες, χάριν του δημοσίου συμφέροντος και του κοινωνικού συνόλου.
Για να μπορεί ο πολίτης όμως να στραφεί κατά του κράτους ζητώντας αποζημίωση – υλική και ηθική- πρέπει να συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις.
Η βλάβη της υγείας πρέπει να αποδεικνύεται ότι οφείλεται στο εμβόλιο. Ο εμβολιασμός οφείλει να είναι νόμιμος και να γίνεται για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Αν με αυτές τις προϋποθέσεις ο πολίτης έχει υποστεί βλάβη στην υγεία του μπορεί να στραφεί κατά του κράτους, ζητώντας αποζημίωση με βάση τα άρθρα 4, 5 και 25 του συντάγματος αναλογικά και με όσα θεσπίζει και ο Αστικός Κώδικας (άρθρο 932).
Ειδικότερα, αναφέρει το ΣτΕ στην απόφασή του:
«Σε περίπτωση, που επέλθει ευθέως βλάβη της υγείας προσώπου συνεπεία της συνταγματικώς θεμιτής και νομίμου πραγματοποιήσεως εμβολιασμού (δηλαδή εμβολιασμού διενεργούμενου με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας συλλογικώς και ατομικώς και προβλεπόμενου από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα, με δυνατότητα εξαιρέσεως από αυτόν σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται), ήτοι βλάβη, μη οφειλομένη σε παρεμβαλλομένη παράνομη πράξη ή παράλειψη (όπως πχ χορήγηση ελαττωματικού ή ακαταλλήλου σκευάσματος ή πλημμέλειες κατά την διενέργεια του εμβολιασμού), ανακύπτει ευθέως εκ του άρθρου 4 παρ. 5 σε συνδυασμό και με το άρθρο 25 παρ 4 του Συντάγματος ευθύνη του κράτους προς εύλογη αποκατάσταση της ζημίας του παθόντος, υπό την έννοια της αποκαταστάσεως τόσο της τυχόν υλικής όσον και, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ, της ηθικής βλάβης του.
Η εκ του Συντάγματος και των άρθρων 19, 23, 24, 26 και 39 της κυρωθείσης με τον ν. 2101/1992 Διεθνούς Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Παιδιού δεν επιτάσσεται η πρόβλεψη ειδικού αποζημιωτικού καθεστώτος για τις περιπτώσεις βλάβης συνεπεία εμβολιασμού» και η μη πρόβλεψη δε τέτοιου ειδικού καθεστώτος δεν συνιστά παράλειψη νομοθετήσεως, δυναμένη να στοιχειοθετήσει αξίωση αποζημιώσεως κατά το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ».
Το Συμβούλιο της Επικρατείας ασχολήθηκε με το ζήτημα με αφορμή την περίπτωση μητέρας η οποία έχασε την κόρη της η οποία ενώ ήταν 7 ετών μαθήτρια της Ε΄ Δημοτικού, εμβολιάστηκε κατά της ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς (τριδύναμο εμβόλιο MMR ΙΙ) και αφού έμεινε επί εννέα έτη φυτό, απεβίωσε μετά από πανεγκεφαλίτιδα.
Μετά τον εμβολιασμό, η ανήλικη εμφάνισε «διαρκώς επιδεινούμενα νευρολογικά συμπτώματα, συνιστάμενα σε αιφνίδιες πτώσεις στο έδαφος, αστάθεια στη βάδιση, κολλώδη ομιλία, σύγχυση, αδυναμία συγκέντρωσης και δυσκολία αντίληψης του περιβάλλοντος».
Σύμφωνα με την βεβαίωση αυτή του κρατικού νοσοκομείου: «Η νόσος αυτή προκαλεί εκφύλιση της λευκής φαιάς εγκεφαλικής ουσίας, σπασμούς, επιληψία, νοητική καθυστέρηση. Παρά την χορηγηθείσα αντιϊκή θεραπεία, η κατάστασή της είναι προοδευτικά επιδεινούμενη. Δεν δύναται να ορθοστατήσει, ούτε να περπατήσει. Δεν έχει ομιλία, ούτε χρήση χειρός και κάνει συνεχείς επιληπτικές κρίσεις. Ελάχιστη επικοινωνία με το περιβάλλον, μόνον βλεμματική».
Η μητέρα της διεκδίκησε δικαστικά από το Δημόσιο και τον επίμαχο Δήμο το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη η κόρη της εξ αιτίας της βλάβης της υγείας της, που προκλήθηκε ως παρενέργεια τουεμβολιασμού της, ο οποίος διενεργήθηκε στα Δημοτικά Ιατρεία του επίμαχου Δήμου.
Από το Διοικητικό Πρωτοδικείο επιδικάστηκε στην μητέρα της άτυχης κοπέλας αποζημίωση 200.000 ευρώ, όμως ασκήθηκε αναίρεση κατά της πρωτόδικής απόφαση η οποία απορρίφθηκε από το Διοικητικό Εφετείο.
Τελικά, το ΣτΕ αναίρεσε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.