Της Αναστασίας Πάπαρη,
Δρος Αρχιτέκτονος – Πολεοδόμου / Urban Designer,
προέδρου της Επιστημονικής Επιτροπής της Ημερίδας
Τα Ιστορικά Κέντρα και τα Κέντρα των Πόλεών μας εμφανίζουν τα τελευταία χρόνια πολλαπλά προβλήματα. Οι λόγοι πολλοί: Η οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών, η έλλειψη ισχυρής πολιτικής βούλησης για την βελτίωση της ποιότητας ζωής στην πόλη, η απουσία των ΟΤΑ από πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα αστικής αναβάθμισης, η αναποτελεσματική πολιτική για τα διατηρητέα εντός και εκτός ιστορικών κέντρων, η απουσία αξιοποίησης εκ μέρους της δημόσιας διοίκησης όλων των βαθμίδων, των ερευνητικών έργων, που παράγονται στα πανεπιστήμια της χώρας μας, η ‘αποψίλωση’ των μικρότερων πόλεων από το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό λόγω του ‘brain drain’ και μια σειρά άλλων παραγόντων, οδήγησαν τις ελληνικές πόλεις, ιδιαίτερα τις μικρότερες, όπως είναι οι πρωτεύουσες των νομών στον βορειοελλαδικό χώρο με πλούσιο αρχιτεκτονικό και αστικό απόθεμα, στην απαξίωση και την σταδιακή εγκατάλειψη των ιστορικών τους κέντρων.
Τα Ιστορικά Κέντρα της Θεσσαλονίκης, της Βέροιας, της Καστοριάς, της Νάουσας, αλλά και οι μικρότεροι ιστορικοί οικισμοί μας, έχουν αφεθεί στην τύχη τους εδώ και πολλά χρόνια. Η αξία τους ανεκτίμητη για το σήμερα και τις επερχόμενες γενιές. Ιστορία, μνήμη, εμπειρία, αναμνήσεις, λογοτεχνία, ποίηση, διηγήσεις παλαιοτέρων, αρχιτεκτονικές μορφές οικείες και αγαπημένες, που συντρόφευσαν τα παιδικά μας χρόνια στα ατμοσφαιρικά εσωτερικά τους και στον ίσκιο τους στα καλντεριμωτά δρομάκια, οσμές δυνατές, που μας οδηγούν με flash-back στην ηλικία της αθωότητας και του ονείρου. Αυτά τα ιστορικά κέντρα, το ‘έσω δέρμα’ των πόλεών μας, συνυφασμένα με την ιστορική δημόσια σφαίρα τους, αυτά που έφτιαξαν κοινωνίες πολυ-πολιτισμικότητας, ανεκτικότητας και συνάμα συνοχής, που έδωσαν περιεχόμενο στις έννοιες της αλληλεγγύης, της κοινωνικής προόδου και εθνικής προσφοράς. Αυτά τα σπίτια – ζωντανά κύτταρα πολυμελών οικογενειών και ‘πατριών’, κυψέλες κοινωνικής ζωής, οφείλουμε να σώσουμε. Σώζοντάς τα, διασώζουμε από τη λήθη το ίδιο μας το παρελθόν. Και μαζί μ’ αυτό, διασώζουμε και την αισθητική τους, μια αισθητική ενίοτε πολύ υψηλή, ικανή να μας διδάξει στις αναζητήσεις μας προς το μέλλον. Και ασφαλώς, διασώζουμε τα μυστικά της οικολογικής αρχιτεκτονικής, που αξιοποιεί με μοναδικό τρόπο τα εντόπια υλικά και τους τρόπους δομής, ώστε να εναρμονίζεται με το περιβάλλον. Η μελέτη, π.χ., της μακεδονικής αρχιτεκτονικής, ιδιαίτερα στον βορειοελλαδικό χώρο, αποτελεί μάθημα χρήσιμο και απαραίτητο, αν θέλουμε η σύγχρονη κατοικία να εναρμονίζεται με τους διεθνείς κανόνες βιωσιμότητας και αειφορίας, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πλαίσιο και τους κανόνες των Ηνωμένων Εθνών.
Πέραν τούτων όμως, τα Ιστορικά Κέντρα διαθέτουν και απαράμιλλες αξίες στο δίκτυο των δημοσίων χώρων τους. Οι κοινωνίες τους, ασφαλώς μικρότερες σε μέγεθος από τις σημερινές, εκτός από την πλούσια κοινωνική ζωή των κατοικιών, έβρισκαν διέξοδο και στα δρομάκια, στις μικρές πλατείες και στους εκκλησιαστικούς χώρους, στους ναούς και στους περιβόλους εκείνων των εποχών. Οι χριστιανικοί ναοί ήταν πολλές φορές στο εσωτερικό των οικοδομικών νησίδων, για την αποφυγή της προσοχής των κατακτητών. Οι ναοί αυτοί ήταν συχνά το επίκεντρο της κοινωνικής ζωής της γειτονιάς και κατά την εορτή του αγίου ή της αγίας, το επίκεντρο της πόλης. Κατ’ αυτόν τον σοφό τρόπο επιτυγχάνονταν η κοινωνική συνοχή της γειτονιάς, της συνοικίας, της πόλης, καθώς όλοι μπορούσαν να επικοινωνήσουν με όλους, έστω περιοδικά μέσα στο χρόνο. Αυτό μεταφράζεται με σύγχρονους όρους στη ‘ζωντάνια’ του δημόσιου χώρου, μια ιδιότητα δύσκολη να επιτευχθεί σε σύγχρονα αστικά περιβάλλοντα. Αυτό το ‘θαύμα’ επιτύγχανε το λαβυρινθώδες και ακανόνιστο κατά τα άλλα δίκτυο των δρόμων στα ιστορικά κέντρα και γι’ αυτό σήμερα θα πρέπει να αναζητηθούν σύγχρονοι τρόποι ‘αναζωογόνησής’ τους.
Σήμερα τόσο τα διατηρητέα κτήρια, όσο και τα Ιστορικά Κέντρα και Κέντρα Πόλεων στον βορειοελλαδικό χώρο, χρειάζονται άμεσα την φροντίδα μας. Αυτή η φροντίδα μπορεί να ξεκινήσει από μια ενημερωμένη βάση για το τι πραγματικά υπάρχει, για τον υπάρχοντα πλούτο, τις ανάγκες διάσωσης -συχνά επείγουσες-, τις προτεραιότητες, τα δίκτυα, εθνικά και διεθνή, που οι πόλεις πρέπει να συμμετέχουν, ώστε να αξιοποιηθεί η διεθνής και η ευρωπαϊκή εμπειρία. Η Ημερίδα, που διοργανώνει στη Βέροια το Τεχνικό Επιμελητήριο Κεντρικής Μακεδονίας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αποσκοπεί στο να ανοίξει ένας διάλογος, ώστε με συντονισμένες ενέργειες όλων των βαθμίδων της διοίκησης, να καταστεί δυνατή η διάσωση των πόλεων με ιστορική κληρονομιά και πολιτισμική παρακαταθήκη. Διασώζοντας αυτά τα πολύτιμα πετράδια, χαράσσουμε σε ακόμη πιο στέρεες βάσεις το συλλογικό μας μέλλον.
Η Βέροια, μια πόλη μεσαίου μεγέθους με πλούσια ιστορική παράδοση και πολιτισμική δημιουργία, της οποίας η παρουσία ανάγεται στα προϊστορικά χρόνια, η μυθική πόλη του Μίδα με τα εκατόφυλλα τριαντάφυλλα, έχει ανάγκη να επικαιροποιήσει τη γνώση της και να ανοίξει έναν εποικοδομητικό διάλογο με όλους τους τοπικούς φορείς και την διοίκηση όλων των βαθμίδων, ώστε να αντικρύσει το μέλλον της μέσα από μια αισιόδοξη ματιά. Αυτό μπορεί να καταστεί εφικτό, με την αρωγή του ΤΕΕ/ΤΚΜ, καθώς και του εμπνευσμένου τοπικού τεχνικού της κόσμου, που θέλουν να προσφέρουν στον τόπο τους μια πόλη αξιοβίωτη, μια πόλη όπου να αξίζει κανείς να ζει. Οι πειραματισμοί των τελευταίων πολλών χρόνων, ειδικά με τις ‘αναπλάσεις’ των δημοσίων χώρων, παραμόρφωσαν το πρόσωπο της πόλης, μακριά από την ιστορική πολεοδομική παρακαταθήκη της και τις γενναίες σχεδιαστικές παρεμβάσεις του εικοστού αιώνα. Κάποιες παρεμβάσεις την γύρισαν πίσω στον Μεσαίωνα και κάποιες άλλες της έδειξαν το πιο αποκρουστικό και απάνθρωπο πρόσωπο της μοντέρνας κηποτεχνίας, που έχει καταδικασθεί από την διεθνή επιστημονική κοινότητα, όσο και από τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Μεγάλη η πρόκληση για τον προγραμματισμό και τον δημόσιο σχεδιασμό στην πόλη απ’ εδώ και πέρα. Η αρωγή, τόσο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Κεντρικής Μακεδονίας, όσο και του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με την παρουσία του Γενικού Γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος κ. Ευθ. Μπακογιάννη, ελπίζουμε πως θα συμβάλουν τα μέγιστα στην ‘μεγάλη στροφή’, που απαιτείται για την διάσωση και ανάδειξη του Δημόσιου Χώρου και των Ιστορικών μας Κέντρων και εντέλει για τη διάσωση του αστικού μας Πολιτισμού στη Βέροια και στις ελληνικές πόλεις γενικότερα.